ad.med.ban |
self-adhesive
medicated bandage |
επίδεσμος
αυτοκόλλητος εμποτισμένος με φάρμακο |
aer.l.md |
aerosol lingual
metered doses |
αερόλυμα για
επι- ή υπογλώσσια χορήγηση σταθ. δόσεων |
aer.md.inh |
aerosol for
inhalation, metered doses |
αερόλυμα για
εισπνοή, σταθερών δόσεων |
aer.n.md |
aerosol nasal
metered doses |
αερόλυμα ρινικό,
σταθερών δόσεων |
aer.top |
aerosol topical |
αερόλυμα για
τοπική χρήση |
balsam |
balsam |
βάλσαμο |
bath.addit |
bath additive |
προσθετικό
λουτρού |
be.hiv.str |
bee-hive strip |
ενδοκυψελική
ταινία |
bead.su.wi |
chain of beads
threaded on surgical wire |
αλυσίδα
σφαιριδίων σε πολύινο χειρουργικό σύρμα |
bl.ir.sol |
bladder
irrigation |
διάλυμα για
έκπλυση ουροδόχου κύστεως |
bon.cem |
sterile bone
cement |
στείρα συνδετική
ύλη οστών |
buc.tab |
muco-adhesive
buccal tablet |
δισκίο
προσκολλόμενο στο στοματικό βλεννογόνο |
c.l.sol |
solution for
contact lens |
διάλυμα φακών
επαφής |
c.tab |
coated tablet |
επικαλυμμένο
δισκίο |
c/s.sol.in |
concentrate for
solution for infusion |
πυκνό διάλυμα
για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση |
ca.sof.gr |
gastro-resistant
capsule, soft |
γαστροανθεκτικό
καψάκιο, μαλακό |
cachet |
cachet |
Αμυλοκαψάκιο |
candy |
candy |
καραμέλα |
cap.na.inh |
capsules for
nasal inhalations |
κάψουλες για
ρινικές εισπνοές |
cap.sof.pr |
prolonged
release capsule, soft |
καψάκιο
παρατεταμένης αποδέσμευσης, μαλακό |
cap.sr |
slow release
capsules |
κάψουλες
βραδείας αποδέσμευσης |
cap.vag |
capsules vaginal |
κάψουλες
κολπικές |
caps |
capsule, hard |
καψάκιο, σκληρό |
caps.inn |
inhalation
powder, hard capsule |
κόνις για
εισπνοή (σκληρό καψάκιο) |
chew.gum |
medicated
chewing gum |
φαρμακευτικό
μασώμενο κόμμι |
chocol |
chocolate |
σοκολατάκι |
chw.cap |
chewable
capsules |
κάψουλες
μασώμενες |
chw.sw.gra |
granules |
κοκκία για
μάσηση ή κατάποση |
chw.tab |
chewable tablet |
μασώμενο δισκίο |
|
|
|
inj.co.inf |
injectable concentration for
intravenous infusion |
πυκνό διάλυμα για παρασκευή
διαλύματος για ενδοφλέβια έγχυση |
inj.em.in |
emulsion for
infusion or injection |
ενέσιμο
γαλάκτωμα για έγχυση ή ένεση |
inj.em.inf |
emulsion for
infusion |
γαλάκτωμα για
ενδοφλέβια έγχυση |
inj.emu |
emulsion for
injection |
ενέσιμο
γαλάκτωμα |
inj.impl |
injectable
implant retard |
ενέσιμο
εμφύτευμα παρατεταμένης δράσης |
inj.so.inf |
solution for
infusion |
ενέσιμο διάλυμα
για ενδοφλέβια έγχυση |
inj.so.inf |
solution for
injection or infusion |
διάλυμα για
ένεση ή έγχυση |
inj.so.pfs |
injection
solution in prefilled syringe |
ενέσιμο διάλυμα
σε προγεμισμένη σύριγγα |
inj.sol |
solution for
injection |
ενέσιμο διάλυμα |
inj.su.ret |
injectable
suspension retard |
ενέσιμο
εναιώρημα παρατεταμένης δράσης |
inj.susp |
suspension for
injection |
ενέσιμο
εναιώρημα |
inmam.cre |
intramammary
cream |
ενδομαοτική
κρέμα |
inmam.susp |
intramammary
suspension |
ενδομαστικό
εναιώρημα |
intr.d.c.r |
continuous-release
intraruminal device |
συσκευή συνεχούς
απελευθέρωσης στη μεγάλη κοιλία |
intr.d.p.r |
pulsatile-release
intraruminal device |
συσκευή
περιοδικής απελευθέρωσης στη μεγάλη κοιλία |
intraut.de |
intrauterine
device |
ενδομήτριο
εξάρτημα |
inute.cap |
intrauterine
capsule |
ενδομήτριο
καψάκιο |
inute.emu |
intrauterine
emulsion |
ενδομήτριο
γαλάκτωμα |
inute.sol |
intrauterine
solution |
ενδομήτριο
διάλυμα |
inute.sus |
intrauterine
suspension |
ενδομήτριο
εναιώρημα |
inute.tab |
intrauterine
tablet |
ενδομήτριο
δισκίο |
invag.spir |
intravaginal
spiral |
ενδοκολπικό
σπείραμα |
irrig.sol |
irrigation
solution |
διάλυμα για
έκπλυση |
its |
iontophoretic
transdermal system |
σύστημα
διαδερμικής ιοντοφόρησης |
ling.tab |
oral
lyophilisate |
επιγλώσσιο
δισκίο |
linim |
liniment |
χρίσμα |
lot |
lotion |
λοσιόν |
loz |
lozenge |
τροχίσκος |
loz.com ρ |
compressed
lozenge |
συμπιεσμένος
τροχίσκος |
|
|
|
pd.ri.ga.u |
powder for rhinogastric use |
κόνις για ρινογαστρική χρήση |
pd.s.in.sr |
powder and
solvent for inj. suspension slow release in pref. syringes |
κόνις και
διαλύτης για ενέσιμο εναιώρημα βραδείας απελευθέρωσης σε προγεμισι |
pd.s.inh.n |
powder for
solution for inhalation with nebuliser |
κόνις για
διάλυμα για εισπνοή με εκνεφωτή |
pd.so.eu |
powder for
solution for external use |
κόνις για
διάλυμα εξωτερικής χρήσης |
pd.sol.inf |
powder for
solution for infusion |
κόνις για
διάλυμα προς έγχυση |
pd.sol.sd |
powder and
solution for oral liquid single dose |
κόνις και
διάλυμα για πόσιμο υγρό μιας δόσης |
pd.su.
in. s |
powder and
suspension for injectable suspension |
κόνις και
εναιώρημα για ενέσιμο εναιώρημα |
pd.sus.im |
powder for
suspension implanted |
σκόνη για
εναιώρημα εμφύτευσης |
pd.
syrup |
powder for syrup |
κόνις για σιρόπι |
pellets |
pellets |
σύμπηκτα |
period.ins |
peridental
insert |
περιοδοντικό
ένθετο |
pes |
pessaries |
πεσσοί |
plast |
plaster |
έμπλαστρο |
poult |
poultice |
κατάπλασμα |
pour.on.em |
pour-on emulsion |
γαλάκτωμα
επίχυσης |
pow.s.seal |
powder and
solvent for sealant |
συγκολλητικό
ιστών, κόνις και κόλλα για παρασκευή |
pr.cap |
prolonged
release capsule, hard |
καψάκιο
παρατεταμένης αποδέσμευσης, σκληρό |
pr.gran |
prolonged
release granules |
κοκκία
παρατεταμένης αποδέσμευσης |
pr.tab |
prolonged
release tablet |
δισκίο
παρατεταμένης αποδέσμευσης |
ps.cer.gel |
powder and
solvent for endocervical gel |
κόνις και
διαλύτης για ενδοτραχηλική γέλη |
ps.gnv.gel |
powder and
solvent for gingival gel |
κόνις και
διαλύτης για παρασκευή γέλης για ούλα |
ps.inj.sol |
powder and
solvent for solution for injection |
κόνις και
διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα |
ps.inj.sus |
powder and
solvent for suspension for injection |
κόνις και
διαλύτης για ενέσιμο εναιώρημα |
ps.or.sol |
powder and
solvent for oral solution |
κόνις και
διαλύτης για πόσιμο διάλυμα |
ps.or.sus |
powder and
solvent for oral suspension |
κόνις και
διαλύτης για πόσιμο εναιώρημα |
ps.sol |
powder and
solvent for sterile solution |
κόνις και
διαλύτης για στείρο διάλυμα |
ps.sol.inf |
powder and
solvent for solution for infusion |
κόνις και
διαλύτης για διάλυμα προς έγχυση |
pw.rec.so |
powder for
rectal solution |
κόνις για ορθικό
διάλυμα |
pw.rec.su |
powder for
rectal suspension |
κόνις για ορθικό
εναιώρημα |
|
|
|
rap. sol.ta |
rapid desolvent tablet |
δισκίο ταχείας διάλυσης |
rec.caps |
rectal capsule,
soft |
ορθικό καψάκιο,
μαλακό |
rec.emu |
rectal emulsion |
ορθικό γαλάκτωμα |
rec.foam |
rectal foam |
ορθικός αφρός |
rec.gel |
rectal gel |
ορθική γέλη |
rec.sol |
rectal solution |
ορθικό διάλυμα |
rec.sus |
rectal
suspension |
ορθικό εναιώρημα |
recta mp |
rectal tampon |
ορθικό βύσμα |
rect.
cream |
rectal cream |
κρέμα για
χορήγηση από το ορθό |
rub |
rub |
έντριμμα |
s.bl.fr.md |
solution for
blood fraction modification |
διάλυμα
τροποποίησης κλάσματος αίματος |
s.c.tab |
coated tablet |
επικαλυμμένο
δισκίο |
s.hf.hd.df |
solution
haemofiltration.haemodialysis and haemodiafiltration |
διάλυμα
αιμοδιήθησης, αιμοδιαπίδυσης (αιμοκάθαρσης), αιμοδιαδιήθησης |
s.ir.so |
sterile
irrigating solution |
διάλυμα στείρο
για έκπλυση |
s.ir.so.ey |
eye solution |
οφθαλμικό πλύμα |
s.r.c.tab |
slow release
coated tablet |
επικαλυμμένο
δισκίο βραδείας αποδέσμευσης |
s.r.e.c.ta |
slow release
enteric coated tablets |
δισκία
εντεροδιαλυτά βραδείας αποδέσμευσης |
s.r.f.c.ta |
slow release
film coated tablets |
δισκία
επικαλυμμένα με υμένιο βραδείας αποδέσμευσης |
so.ac.prv |
anticoagulant
and preservative solution for blood |
διάλυμα
αντιπηκτικό και συντηρητικό αίματος |
so.hmf.hmd |
solution for
haemofiltration, haemodialysis |
διάλυμα
αιμοδιήθησης, αιμοδιαπίδυσης (αιμοκάθαρσης) |
so.inj.inf |
solution for
injection or infusion |
διάλυμα για
ένεση ή έγχυση |
sof.g.caps |
capsule, soft |
καψάκιο, μαλακό |
sol.ext.us |
solution for
external use |
δερματικό
διάλυμα |
sol.ga.m.w |
solution for
gargle-mouthwash |
διάλυμα για
γαργάρες ή για εκπλύσεις στόματος |
sol.hem |
solution for
hemodialysis |
διάλυμα
αιμοδιαπίδησης (αιμοκάθαρσης) |
sol.inf |
solution for
infusion |
διάλυμα για
έγχυση |
sol.inh |
solution for
inhalation |
διάλυμα για
εισπνοή |
sol.inh.sd |
solution for
inhalations single dose |
διάλυμα για
εισπνοές μιας δόσης |
sol.inves |
solution for
intravesical use |
διάλυμα για
ενδοκυστική χρήση |
|
|
|
co.r.f.c.t |
controlled release film coated
tablets |
δισκία επικαλυμμένα με υμένιο,
ελεγχ.αποδέσμευσης |
co.r.s.c.t |
controlled
release sugar coated tablets |
δισκία
ζαχαρόπηκτα ελεγχόμενης αποδέσμευσης |
collodion |
collodion |
κολλόδιον |
con |
cones |
κώνοι |
con .cu
.sol |
concentrate for
cutaneous solution |
δερματικό
διάλυμα, πυκνό διάλυμα για αραίωση |
con.inf |
concentrate for
liposomal dispersion for infusion |
συμπύκνωμα
λιποσωμικής διασποράς για έγχυση |
con. r.
tab |
modified release
tablet |
δισκίο
ελεγχόμενης αποδέσμευσης |
consol.hem |
concentrate for
haemodialysis solution |
πυκνό διάλυμα
αιμοδιαπίδυσης (αιμοκάθαρσης) |
corn,
pad |
corn pad |
επικάλιο |
cr.ext.us |
cream |
κρέμα |
cr.gran |
modified release
granules |
κοκκία
ελεγχόμενης αποδέσμευσης |
cs.inj.sol |
concentrate for
solution for injection |
πυκνό διάλυμα
για παρασκευή ενέσιμου διαλύματος |
cs.rec.sol |
concentrate for
rectal solution |
πυκνό διάλυμα
για παρασκευή ορθικού διαλύματος |
cs.sus.inf |
concentrated
suspension for suspension infusion |
πυκνό εναιώρημα
για παρασκευή εναιωρήματος προς έγχυση |
cub |
cubes |
κύβοι |
cut.sol |
cutaneous
solution |
δερματικό
διάλυμα |
cutsp.pd |
cutaneous spray,
powder |
δερματικό
εκνέφωμα, κόνις |
cut.sp.sus |
cutaneous spray,
suspension |
δερματικό
εκνέφωμα, εναιώρημα |
cut.susp |
cutaneous
suspension |
δερματικό
εναιώρημα |
dent.ins |
dental insert |
οδοντικό βύσμα |
dent.stick |
dental stick |
οδοντικό ραβδίο |
dental.emu |
dental emulsion |
οδοντικό
γαλάκτωμα |
dental.gel |
dental gel |
οδοντική γέλη |
dental.sol |
dental solution |
οδοντικό διάλυμα |
dental.sus |
dental
suspension |
οδοντικό
εναιώρημα |
dip.emu |
dip emulsion |
γαλάκτωμα
εμβάπτισης |
dip.sol |
dip solution |
διάλυμα
εμβάπτισης |
dip.susp |
dip suspension |
εναιώρημα
εμβάπτισης |
dis/ch.tab |
dispersible or
chewable tablets |
δισκία για
διασπορά ή μασώμενα |
|
|
|
disp.tab |
dispersible tablets |
διασπειρόμενο δισκίο |
dr.inj.s.r |
dry powder for
injection, slow release |
ενέσιμο ξηρό,
βραδείας αποδέσμευσης |
dr.pd.inj |
dry powder for
injection |
ενέσιμο ξηρό |
e.c.caps |
enteric coated
capsules |
κάψουλες
εντεροδιαλυτές |
e.c.tab |
gastro-resistant
tablet |
γαστροανθεκτικό
δισκίο |
e.f.c.tab |
enteric film
coated tablets |
δισκία
εντεροδιαλυτά επικαλυμμένα με υμένιο |
e.s.c.tab |
enteric sugar
coated tablets |
δισκία
ζαχαρόπηκτα εντεροδιαλυτά |
ea.ey.n.so |
ear-eye-nasal
solution |
διάλυμα ωτικό
οφθαλμικό ρινικό |
ea.ey.oint |
ear-eye ointment |
αλοιφή
ωτική-οφθαλμική |
ea.ey.sol |
ear-eye solution |
διάλυμα ωτικό
οφθαλμικό |
ea.sol |
ear drops,
solution |
ωτικές σταγόνες,
διάλυμα |
ear.
cream |
ear cream |
ωτική κρέμα |
ear.dr.emu |
ear drops,
emulsion |
ωτικές σταγόνες,
γαλάκτωμα |
ear.dr.sus |
ear drops,
suspension |
ωτικές σταγόνες,
εναιώρημα |
ear.gel |
ear gel |
ωτική γέλη |
ear.oint |
ear ointment |
ωτική αλοιφή |
ear.
powder |
ear powder |
ωτική κόνις |
ear.so.s.d |
ear solution
single dose |
ωτικό διάλυμα
μιας δόσης |
ear.spr.so |
ear spray,
solution |
ωτικό εκνέφωμα,
διάλυμα |
ear.spr.su |
ear spray,
suspension |
ωτικό εκνέφωμα,
εναιώρημα |
ear.stick |
ear.stick |
ωτικό ραβδίο |
ear.tag |
ear-tag |
ενώτιο |
ear.tamp |
ear tampon |
ωτικό βύσμα |
ear.was.em |
ear wash,
emulsion |
ωτικό πλύμα,
γαλάκτωμα |
ear.was.so |
ear wash,
solution |
ωτικό πλύμα,
διάλυμα |
ef.tab |
effervescent
tablet |
αναβράζον δισκίο |
ef.vag.tab |
effervescent
vaginal tablets |
δισκία κολπικά
αναβράζοντα |
eff.gran |
effervescent
granules |
αναβράζοντα
κοκκία |
eff.pd |
effervescent
powder |
αναβράζουσα
κόνις |
|
|
|
elix |
elixir |
ελιξήριο |
emul.ext.u |
cutaneous
emulsion |
δερματικό
γαλάκτωμα |
emulgel |
emulsion - gel |
γαλάκτωμα - γέλη |
endoc.gel |
endocervical gel |
ενδοτραχηλική
γέλη |
enema |
enema |
υποκλυσμός |
ent.gel |
enteric gel |
εντερική γέλη |
ey.dr.s.sd |
eye drops,
solution for single dose |
οφλαμικές
σταγόνες, διάλυμα μιας δόσης |
ey.dro.gel |
eye solution for
gel |
κολλύριο διάλυμα
προς δημιουργία γέλης |
ey.dro.sol |
eye drops,
solution |
οφθαλμικές
σταγόνες, διάλυμα |
ey.dro.sus |
eye drops,
suspension |
οφθαλμικές
σταγόνες, εναιώρημα |
ey.ea.susp |
eye-ear
suspension |
εναιώρημα
οφθαλμικό ωτικό |
ey.nas.sol |
eye-nasal
solution |
διάλυμα
οφθαλμικό ρινικό |
ey.sol.sd |
eye solution
single dose |
κολλύριο διάλυμα
μιας δόσης |
ey.spr |
eye spray |
εκνέφωμα
οφθαλμικό |
eye.
cream |
eye.cream |
οφθαλμική κρέμα |
eye.gel |
eye gel |
οφθαλμική γέλη |
eye.oint |
eye ointment |
οφθαλμική αλοιφή |
eyedr.pdso |
eye drops,
powder and solvent for solution |
οφθαλμικές
σταγόνες, κόνις και διαλύτης για διάλυμα |
eyedr.pdsp |
eye drops,
powder and solvent for suspension |
οφθαλμικές
σταγόνες, κόνις και διαλύτης για εκνέφωμα |
eyedr.pr |
eye drops,
prolonged release |
οφθαλμικές
σταγόνες, παρατεταμένης αποδέσμευσης |
eyedr.solv |
eye drops,
solvent for reconstitution |
οφθαλμικές
σταγόνες, διαλύτης για ανασύσταση |
eyelo.solv |
eye lotion,
solvent for reconstitution |
οφθαλμικό πλύμα,
διαλύτης για ανασύσταση |
f.c.tab |
film coated
tablet |
επικαλυμμένο με
λεπτό υμένιο δισκίο |
f.vag.us |
film for vaginal
use |
υμένιο για
κολπική χρήση |
fat.oin.eu |
fatty ointment
for external use |
λιπαρή αλοιφή
εξωτερικής χρήσης |
fc.mr.tab |
film coated
modified released tablets |
δισκία
επικαλυμμένα με υμένιο τροποποιημένης αποδέσμευσης |
film.cicat |
film cicatrizant |
ταινία
επουλωτική |
foam |
cutaneous foam |
δερματικός αφρός |
fumig.str |
fumigant strip |
ταινία
υποκαπνισμού |
|
|
|
garg.ps |
gargle powder for solution |
γαργαρίσματα, κόνις για διάλυμα |
garg.ts |
gargle, tablet
for solution |
γαργαρίσματα,
δισκίο για διάλυμα |
gargle |
gargle |
γαργαρίσματα |
gastro.emu |
gastroenteral
emulsion |
γαστρεντερικό
γαλάκτωμα |
gastro.sol |
gastroenteral
solution |
γαστρεντερικό
διάλυμα |
gastro.sus |
gastroenteral
suspension |
γαστρεντερικό
εναιώρημα |
gel |
gel |
γέλη |
gel
.epos |
gel-capsule per
os |
γέλη-κάψουλα για
per os χορήγηση |
gel
.caps |
gelatin-coated
capsule shaped tablets |
δισκία σε σχήμα
κάψουλας ετπκαλυέενα με ζελατίνη |
gel.ceu |
gel-capsule for
external capsule |
γέλη-κάψουλα για
εξωτερική χρήση |
gel.ext.us |
gel for external
use |
γέλη
| |
gel
.or.top |
oromucosal gel |
στοματική γέλη |
gel.oral |
oral gel |
πόσιμη γέλη |
gel.sd.or |
gel single-dose
per os |
γέλη σε
συσκευασία μιας δόσης για per os χορήγηση |
gingiv.cap |
oromucosal
capsule, soft |
στοματικό
καψάκιο |
gingiv.gel |
gingival gel |
γέλη για ούλα |
gingiv.pas |
gingival paste |
φύραμα για ούλα |
gingiv.sol |
gingival
solution |
διάλυμα για ούλα |
gr.cap |
gastro-resistant
capsule, hard |
γαστροανθεκτικό
καψάκιο, σκληρό |
gr.gran |
gastro-resistant
granules |
γαστροανθεκτικά
κοκκία |
gr.or.sd |
single-dose
granules for oral liquid |
κοκκία μιας
δόσης για πόσιμο υγρό |
gr.pr.gra |
gastroresistant
granules prolonged release |
γαστροανθεκτικά
κοκκία παρατεταμένης αποδέσμευσης |
gr.pr.r.ta |
gastro-resistant
prolonged release tablets |
γαστροανθεκτικό
δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης |
gra.or.sol |
granules for
oral solution |
κοκκία για
πόσιμο διάλυμα |
gra.or.sus |
granules for
oral suspension |
κοκκία για
πόσιμο εναιώρημα |
gra.
syrup |
granules for
syrup |
κοκκία για
σιρόπι |
haemof.sol |
solution for
haemofiltration/solution for haemodialysis, for continuous haemodialy; |
διάλυμα
αιμοδιήθησης/διάλυμα αιμοδιαπίδυσης (αιμοκάθαρσης), για συνεχή αιμοΐ |
haemof.sol |
solution for
haemofiltration |
διάλυμα
αιμοδιήθησης |
herb.tea |
herbal tea |
φυτικό τέϊο |
|
|
|
Ip.inves.l |
lyophilized powder for
intravesical instillation liquid |
λυόφιλη σκόνη για υγρό
ενδοκυστικής έγχυσης |
ly.inj.sur |
lyophilized
powder for injectable suspension retard |
ενέσιμο λυόφιλο
για εναιώρημα παρατεταμένης δράσης |
ly.p.ey.dr |
lyophilized dry
powder for eye drops |
κολλύριο ξηρό
λυόφιλο |
ly.p.iv.in |
lyophilized
powder for i.v. infusion |
ενέσιμο λυόφιλο
για ενδοφλέβια έγχυση |
ly.pd.inj |
lyophilized
powder for injection |
ενέσιμο λυόφιλο |
ly.pd.or.s |
lyophilized
powder for oral solution |
κόνις λυόφιλη
για πόσιμο διάλυμα |
ly.trach |
lyophilized
powder for endotracheal administration after reconstitution |
κόνις λυόφιλη
για ενδοτραχειακή χορήγηση μετά από ανασύσταση |
m.d.nas.sp |
nasal spray,
metered doses |
εκνέφωμα ρινικό
σταθερών δόσεων |
m.wash.ts |
mouth wash,
tablet for solution |
δισκίο για
παρασκευή διαλύματος για στοματικές πλύσεις |
marm |
marmelade |
μαρμελάδα |
md.ea.spr |
ear spray,
emulsion |
ωτικό εκνέφωμα,
γαλάκτωμα |
med.bath |
medicated bath |
φαρμακευτικό
λουτρό |
med.l.soap |
medicated liquid
soap |
σαπούνι υγρό
φαρμακευτικό |
med.pend |
medicated
pendant |
φαρμακούχο
κυλινδρικό εξάρτημα |
med.shamp |
shampoo |
σάπων για το
τριχωτό της κεφαλής (σαμπουάν) |
med.soap |
medicated soap |
σαπούνι
φαρμακευτικό |
med.spong |
medicated sponge |
σπόγγος
φαρμακευτικός |
mod.r.ca.h |
modified release
capsule, hard |
καψάκιο
ελεγχόμενης αποδέσμευσης, σκληρό |
mod.r.ca.s |
modified release
capsule, soft |
καψάκιο
ελεγχόμενης αποδέσμευσης, μαλακό |
mout.sp.md |
oral spray,
metered doses |
εκνέφωμα
στοματικό σταθερών δόσεων |
mouth.drop |
oromucosal drops |
στοματικό
εκνέφωμα |
mouth.past |
oromucosal paste |
στοματικές
σταγόνες |
mouth.spr |
oromucosal
spray, solution |
στοματικό φύραμα |
mouth,
sus |
oromucosal
suspension |
στοματικό
εναιώρημα |
mouth.was |
mouth wash |
διάλυμα για
στοματικές πλύσεις |
na.sp.md.s |
nasal spray
metered dose, suspension |
εκνέφωμα ρινικό
σταθερών δόσεων, εναιώρημα |
nail.laqu |
nail lacquer |
λάκα ονύχων |
nas.cream |
nasal cream |
ρινική κρέμα |
nas.dr.emu |
nasal drops,
emulsion |
ρινικές
σταγόνες, γαλάκτωμα |
|
|
|
nas.ea.oin |
nasal-ear ointment |
αλοιφή ρινική ωτικη |
nas.ea.sol |
nasal-ear
solution |
διάλυμα ρινικό
ωτικο |
nas.gel |
nasal gel |
ρινική γελη |
nas.oint |
nasal ointment |
ρινική αλοιφή |
nas.pd |
nasal powder |
ρινική κόνις |
nas.pd.md |
nasal powder
metered doses |
ρινική κόνις
σταθερών δόσεων |
nas.sol |
nasal drops,
solution |
ρινικές
σταγόνες, διάλυμα |
nas.spr |
nasal spray |
εκνέφωμα ρινικό |
nas.stick |
nasal stick |
ρινικό ραβδίο |
nas.wash |
nasal wash |
ρινικό πλύμα |
nasdr.sus |
nasal drops,
suspension |
ρινικές
σταγόνες, εναιώρημα |
naspr.emu |
nasal spray,
emulsion |
ρινικό εκνέφωμα,
γαλάκτωμα |
naspr.sol |
nasal spray,
solution |
ρινικό εκνέφωμα,
διάλυμα |
naspr.sus |
nasal spray,
suspension |
ρινικό εκνέφωμα,
εναιώρημα |
nebul.sol |
nebulisation
solution |
διάλυμα
εκνέφωσης |
oil |
oil |
έλαιο |
oil.cr.eu |
oily cream for
external use |
ελαιώδης κρέμα
εξωτερικής χρήσης |
oil.oral |
oil oral |
έλαιο πόσιμο |
oil.sol.or |
oily solution
oral |
διάλυμα ελαιώδες
πόσιμο |
oily.inj |
oily injection |
ενέσιμο ελαιώδες
διάλυμα |
oint.ext.u |
ointment |
αλοιφή |
oint.rec.a |
rectal ointment |
ορθική αλοιφή |
oph.insert |
ophthalmic
insert |
σκεύασμα
ενδοφθαλμικής εισαγωγής |
or.disp.ta |
oral dispersable
tablets |
δισκία
διασπειρόμενα στο στόμα |
or.dr.emu |
oral drops,
emulsion |
πόσιμες
σταγόνες, γαλάκτωμα |
or.so.d |
oral solution,
drops |
πόσιμες
σταγόνες, διάλυμα |
or.sol.sd |
oral solution in
single-dose |
διάλυμα πόσιμο
σε συσκευασία μιας δόσης |
or.su.d |
oral suspension,
drops |
πόσιμες
σταγόνες, εναιώρημα |
or.su
s.cr |
oral suspension
controlled release |
εναιώρημα πόσιμο
ελεγχόμενης αποδέσμευσης |
|
|
|
or.t.oint |
oral topical ointment |
αλοιφή στοματική |
or.t.sol |
oromucosal
solution |
στοματικό
διάλυμα |
oral.emul |
oral emulsion |
πόσιμο γαλάκτωμα |
oral.gum |
oral gum (vet) |
κόμμι από του
στόματος |
oral.past |
oral paste |
στοματική πάστα |
oral.pd |
oral powder |
πόσιμη κόνις |
oral.sol |
oral solution |
πόσιμο διάλυμα |
oral.susp |
oral suspension |
πόσιμο εναιώρημα |
p.den.oint |
peridental
ointment |
περιοδοντική
αλοιφή |
p.s.c.len |
powder in
sachets for contact lens |
σκόνη σε
φακελλίσκους για φακούς επαφής |
p.s.intves |
powder and
solvent for for solution for intravesical use |
κόνις και
διαλύτης για διάλυμα για ενδοκυστική χρήση |
pa.co.ldif |
powder and
pre-admixtures for concentrate for liposomal dispersion for infusion |
κόνις και
προμείγματα για συμπύκνωμα προς παρασκευή λιποσωμικής διαοττορ< |
paste |
cutaneous paste |
δερματικό φύραμα |
pd.blad.ir |
powder for
bladder irrigation |
κόνις για
έκπλυση ουροδόχου κύστεως |
pd.c.so.in |
powder for
concentrated solution for solution for infusion |
κόνις για πυκνό
διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση |
pd.cso.j.f |
powder for
concentrate solution for injection or infusion |
κόνις για
παρασκευή πυκνού διαλύματος για παρασκευή ενέσιμου διαλύματος ή |
pd.dent |
dental powder |
οδοντική κόνις |
pd.dro.sol |
dry powder for
eye drops |
κόνις για
παρασκευή ωτικού διαλύματος |
pd.ea.sol |
powder for ear
solution |
δερματική κόνις |
pd.ext.us |
cutaneous powder |
κολλύριο ξηρό |
pd.i.s.inf |
powder for
solution for injection/solution for infusion |
κόνις για
ενέσιμο διάλυμα/διάλυμα προς έγχυση |
pd.inh.md |
inhalation
powder |
κόνις για
εισπνοή σταθερών δόσεων |
pd.inj.sol |
powder for
solution for injection |
κόνις για
ενέσιμο διάλυμα |
pd.inj.sus |
powder for
suspension for injection |
κόνις για
ενέσιμο εναιώρημα |
pd.or.d |
powder for oral
drops |
κόνις για
πόσιμες σταγόνες |
pd.or.sd |
single-dose
powder for oral liquid |
κόνις μιας δόσης
για πόσιμο υγρό |
pd.ora.sol |
powder for oral
solution |
κόνις για πόσιμο
διάλυμα |
pd.ora.sus |
powder for oral
suspension |
κόνις για πόσιμο
εναιώρημα |
pd.pm.c.li |
powder and
pre-admixtures for concentrate for liposomal dispersion for infusion |
σκόνη και
προμείγματα για τη παρασκευή πυκνού διαλύματος λιποσωμιακής διαο |
|
|
|
sol.iontof |
solution for iontophoresis |
διάλυμα για ιοντοφόρηση |
sol.iv.inf |
solution for
intravenous infusion |
διάλυμα για
ενδοφλέβια έγχυση |
sol.or/rec |
solution for
oral or rectal use |
διάλυμα για
στοματική ή ορθική χρήση |
sol.org.
pr |
solution for
organ preservation |
διάλυμα για
διατήρηση οργάνων |
sol.per.di |
solution for
peritoneal dialysis |
διάλυμα
περιτοναϊκής διαπίδυσης (κάθαρσης) |
sol.tr.ins |
endotracheopulmonary
instillation, solution |
διάλυμα για
ενδοτραχειοπνευμονική ενστάλλαξη |
solu.tab |
soluble tablet |
διαλυτό δισκίο |
solut |
solution |
διάλυμα |
solv.inj |
solvent for
injection |
διαλύτης για
ενέσιμο |
solv.pa.in |
solvent for
parenteral use |
διαλύτης για
παρεντερική χρήση |
spot.on.em |
spot-on emulsion |
γαλάκτωμα για
επίχυση σε σημείο |
spot.on.so |
spot-on solution |
διάλυμα για
επίχυση σε σημείο |
spot.on.su |
spot-on
suspension |
εναιώρημα για
επίχυση σε σημείο |
spr |
spray |
εκνέφωμα |
spr.dres |
spray dressing |
ψεκάσιμη
επιδεσμική σκόνη |
spr.pd |
powder for spray |
κόνις για
εκνέφωμα |
spr.sol |
cutaneous spray,
solution |
δερματικό
εκνέφωμα, διάλυμα |
spr.tr.md |
spray
transdermal metered doses |
εκνέφωμα
διαδερμικό σταθερών δόσεων |
sr.sc.tab |
slow release
sugar coated tablets |
δισκία
ζαχαρόπηκτα βραδείας αποδέσμευσης |
sr.tab |
slow release
tablet |
δισκίο βραδείας
αποδέσμευσης |
stick |
cutaneous stick |
δερματικό ραβδίο |
stom.ir |
stomach
irrigation |
διάλυμα για
στομαχικές πλύσεις |
subl.cap |
sublingual
capsules |
κάψουλες
υπογλώσσιες |
subl.sol |
sublingual
solution |
υπογλώσσιο
διάλυμα |
subl.tab |
sublingual
tablet |
υπογλώσσιο
δισκίο |
supp |
suppository |
υπόθετο |
surg.adh |
surgical tissue
adhesive |
χειρουργική
κόλλα |
surg.pd |
surgical powder |
χειρουργική
σκόνη |
sus.sd |
oral suspension
in single dose |
εναιώρημα πόσιμο
μιας δόσης |
|
|
|
sus.tr.ins |
endotracheopulmonary
instillation, suspension |
ενδοτραχειοπνευμονική
ενστάλλαξη, εναιώρημα |
susp.aqu |
suspension
aqueous |
εναιώρημα
υδατικό |
susp.oily |
suspension oily |
εναιώρημα
ελαιώδες |
susp.trach |
suspension for
endotracheal instillation |
εναιώρημα για
ενδοτραχειακή ενστάλλαξη |
syr |
syrup |
σιρόπι |
t.e.c.len |
effervescent
tablets for contact lens |
δισκία
αναβράζοντα για φακούς επαφής |
tab |
tablet |
δισκίο |
tab.ey.dro |
tablets for eye
drops |
δισκία για
παρασκευή κολλυρίου |
tab.vag.so |
tablet for
vaginal solution |
δισκίο για
κολπικό διάλυμα |
tas.rec.so |
tablet and
solvent for rectal solution |
δισκίο και
διαλύτης για ορθικό διάλυμα |
tb.rec.se- |
tablet for
rectal solution |
δισκίο για
ορθικό διάλυμα |
ta.rec.su |
tablet for
rectal suspension |
δισκίο για
ορθικό εναιώρημα |
tinct |
tincture |
βάμμα |
tis.ad.liq |
sealant |
συγκολλητικό
ιστών |
tof |
toffee |
καραμέλα-toffee |
toothpast |
toothpaste |
οδοντόκρεμα |
trin.ps.so |
endotracheopulmonary
instillation, powder and solvent |
ενδοτραχειοπνευμονική
ενστάλλαξη, κόνις και διαλύτης για διάλυμα |
trins.ps |
endotracheopulmonary
instillation, powder for solution |
ενδοτραχειοπνευμονική
ενστάλλαξη, κόνις για διάλυμα |
tts |
transdermal
patch |
διαδερμικό
έμπλαστρο |
uret.gel |
urethral gel |
ουρηθρική γέλη |
u
ret.stick |
urethral stick |
ουρηθρικό ραβδίο |
vag.cap |
vaginal capsule,
hard |
κολπικό καψάκιο,
σκληρό |
vag.cap.s |
vaginal capsule,
soft |
κολπικό καψάκιο,
μαλακό |
vag.cr |
vaginal cream |
κολπική κρέμα |
vag.device |
vaginal device |
κολπικό εξάρτημα |
vag.ef.tab |
effervescent
vaginal tablet |
αναβράζον
κολπικό δισκίο |
vag.emu |
vaginal emulsion |
κολπικό
γαλάκτωμα |
vag.foam |
vaginal foam |
κολπικός αφρός |
vag.gel |
vaginal gel |
κολπική γέλη |
|
|
|
vag.oint |
vaginal ointment |
κολπική αλοιφή |
vag.sol |
vaginal solution |
κολπικό διάλυμα |
vag.
sponge |
intravaginal
sponge |
ενδοκολπικοί
σπόγγοι |
vag.sup |
pessary |
κολπικό υπόθετο |
vag.sus |
vaginal
suspension |
κολπικό
εναιώρημα |
vag.syst |
vaginal system |
σύστημα για
ενδοκολπική χορήγηση |
vag.tab |
vaginal tablet |
κολπικό δισκίο |
vag.tamp |
vaginal tampon |
κολπικό βύσμα |
vagin.ring |
vaginal ring |
κολπικός
δακτύλιος |
vl.s.ta |
volatile liquid
in spray for topical anaesthesia |
υγρό πτητικό σε spray για τοπική
αναισθησία |
vo.liq.g.a |
volatile liquid
for general anaesthesia |
υγρό πτητικό για
γενική αναισθησία |
vo.liq.t.a |
volatile liquid
for topical anaesthesia |
υγρό πτητικό για
τοπική αναισθησία |
wound,
stic |
wound stick |
ραβδίο για
εισαγωγή σε πληγές |
|
|
|
imp. co. cot |
impregnated compressed cotton
for inhalations |
βαμβάκι πεπιεσμένο εμποτισμένο
για εισπνοές |
imp.gauze |
impregnated
dressing |
εμποτισμένος
επίδεσμος |
impl.chain |
implantation
chain |
εμφύτευμα σε
μορφή αλύσου |
impl.tab |
implant tablets |
δισκία
εμφυτευόμενα |
implant |
implant |
εμφύτευμα |
implant.kt |
kit for implant |
σετ προς
εμφύτευση |
impreg.pad |
impregnated pad |
εμποτισμένο
επίθεμα |
in.so.cr |
solution for
injection or concentrate for solution for infusion |
ενέσιμο διάλυμα
ή πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση |
in.so.pf.p |
solution for
injection in prefilled pen |
ενέσιμο διάλυμα
σε προγεμισμένη πένα |
incer.tab |
intracervical
tablets |
δισκία
ενδοτραχηλικά |
incerv.gel |
powder and
solution for intracervical gel |
σκόνη και
διάλυμα για ενδοτραχηλική γέλη |
infus |
infusion |
έγχυμα |
inh.emu.n |
inhalation
emulsion |
γαλάκτωμα για
εισπνοή με εκνεφωτή |
inh.emu.p |
presurised
inhalation, emulsion |
γαλάκτωμα για
εισπνοή υπό πίεση |
inh.gas |
inhalation gas |
αέριο για
εισπνοή |
inh.ne.sol |
nebuliser
solution |
διάλυμα για
εισπνοή με εκνεφωτή |
inh.ne.su |
inhalation
suspension for nebuliser |
εναιώρημα για
εισπνοή με εκνεφωτή |
inh.pd.dos |
inhalation
powder, pre-dispensed |
κόνις για
εισπνοή, σε δόσεις |
inh.sol.n |
inhalation
solution |
διάλυμα για
εισπνοή με εκνεφωτή |
inh.sol.p |
pressurized
inhalation, solution |
διάλυμα για
εισπνοή υπό πίεση |
inh.sus.n |
inhalation
suspension |
εναιώρημα για
εισπνοή με εκνεφωτή |
inh.sus.p |
pressurized
inhalation, suspension |
εναιώρημα για
εισπνοή υπό πίεση |
inh.vap.li |
inhalation
vapour, liquid |
υγρό για
εισπνεόμενους ατμούς |
inh.vap.oi |
inhalation
vapour, ointment |
αλοιφή για
εισπνεόμενους ατμούς |
inh.vap.so |
inhalation
vapour, solution |
διάλυμα για
εισπνεόμενους ατμούς |
inh.vap.ta |
inhalation
vapour, tablet |
δισκίο για
εισπνεόμενους ατμούς |
inhalat |
inhalation |
εισπνοή |
inhpd.cap |
inhalation
powder, hard capsule |
κόνις για
εισπνοή (σκληρό καψάκιο) |
inj.air.mi |
injection
air-filled microspheres |
ενέσιμα
μικροσφαιρίδια πληρωμένα με αέρα |
|
|
|