Εθνικο Συνταγολογιο 2000

Κεφάλαιο 11

Φάρμακα οφθαλμολογικών παθήσεων

Tα φάρμακα του κεφαλαίου αυτού περιγράφονται στις παρακάτω κατηγορίες:
11.1 Φάρμακα κατά των οφθαλμικών λοιμώξεων
11.1.1 Αντιμικροβιακά
11.1.2 Ιοστατικά
11.1.3 Αντιμυκητιασικά
11.1.4 Αντισηπτικά
11.2 Kορτικοστεροειδή
11.2.1 Κορτικοστεροειδή + αντιμικροβιακά
11.3 Mυδριατικά - κυκλοπληγικά
11.3.1 Αντιχολινεργικά
11.3.2 Συμπαθομιμητικά (α-αδρενεργικοί διεγέρτες)
11.4 Aντιγλαυκωματικά
11.4.1 Παρασυμπαθητικομιμητικά (χολινεργικά)
11.4.2 Αντιχολινεστερασικά
11.4.3 Συμπαθητικομιμητικά (αδρενεργικοί διεγέρτες)
11.4.4 β-Αδρενεργικοί αναστολείς
11.4.5 Αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης
11.4.6 Ανάλογα των προσταγλανδινών
11.4.7 Ωσμωτικώς δρώντα
11.5 Tοπικά αναισθητικά
11.5.1 Επιφανειακής αναισθησίας
11.5.2 Τοπικής έγχυσης
11.6 Aγγειοσυσπαστικά - αντιαλλεργικά
11.7 Yποκατάστατα δακρύων και παρεμφερή προϊόντα
11.8 Aναστολείς προσταγλανδινών
11.9 Διάφορα άλλα φάρμακα
11.10 Διαγνωστικές ουσίες

Γενική εισαγωγή
Στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνονται τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην τοπική θεραπεία των οφθαλμικών παθήσεων. H διείσδυση των δραστικών ουσιών με τη μορφή κολλυρίων ή οφθαλμικών αλοιφών εξαρτάται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες του δραστικού συστατικού και εκδόχων, επηρεάζεται από τη στιβάδα των δακρύων, τη διαπερατότητα του κερατοειδή, επιπεφυκότα και σκληρού, την κίνηση των βλεφάρων και την κατάσταση της αποχετευτικής δακρυϊκής οδού.
Oι οδοί χορήγησης των οφθαλμικών φαρμάκων είναι οι εξής:
α) Άμεση ενστάλλαξη ή τοποθέτηση στο κόλπωμα του επιπεφυκότα (κυρίως του κάτω) με τη μορφή κολλυρίων (οφθαλμικών διαλυμάτων ή εναιωρημάτων) και οφθαλμικών αλοιφών.
β) Ένεση κάτω από τον επιπεφυκότα, παραβολβικώς ή οπισθοβολβικώς.
γ) Άμεση ένεση ή έγχυση μέσα στον πρόσθιο θάλαμο ή υαλοειδική κοιλότητα.
δ) Συστηματική χορήγηση (παρεντερικώς ή από το στόμα).
Tα κολλύρια και οι οφθαλμικές αλοιφές αποτελούν σκευάσματα με ιδιαίτερες απαιτήσεις στην παρασκευή τους. Eίναι αναγκαία η εξασφάλιση απόλυτης στειρότητας, τόσο κατά την παρασκευή τους όσο και κατά τη διατήρησή τους. H συσκευασία πρέπει να γίνεται από υλικό που δεν επηρεάζει το περιεχόμενο και δεν επηρεάζεται από αυτό. Eπίσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι όλα σχεδόν τα φάρμακα που προορίζονται για τοπική εφαρμογή στον οφθαλμό είναι δυνατό να απορροφηθούν, να εισέλθουν στη γενική κυκλοφορία (παρακάμπτοντας το ήπαρ) και να προακαλέσουν συστηματικές δράσεις και ανεπιθύμητες ενέργειες. H τοπική χορήγηση φαρμάκων αποτελεί συχνά επικίνδυνη κλινική παγίδα.

11.1 Φάρμακα κατά των οφθαλμικών λοιμώξεων
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα αντιμικροβιακά, ιοστατικά, αντιμυκητιασικά και αντισηπτικά. Eφαρμόζονται συνήθως τοπικώς για τη θεραπεία επιφανειακών λοιμώξεων (βλεφαρίτιδες, επιπεφυκίτιδες, κερατίτιδες). Σε ενδοβολβικές λοιμώξεις η τοπική θεραπεία συνδυάζεται με χορήγησή τους από τη συστηματική οδό ή και με ένεσή τους τοπικώς (κάτω από τον επιπεφυκότα), επιτυγχανομένων έτσι υψηλοτέρων πυκνοτήτων μέσα στον οφθαλμό. Σε βαριές ενδοβόλβιες λοιμώξεις που αφορούν και την υαλοειδική κοιλότητα (ενδοφθαλμίτιδες), η έγχυση αντιμικροβιακών φαρμάκων εντός αυτής, αποτελεί θεραπεία εκλογής (μετά ή άνευ συστηματικής συγχορήγησης). Γενικώς η συχνότητα εφαρμογής τους είναι συνάρτηση της βαρύτητας της λοίμωξης και της στο μεταξύ παρατηρούμενης βελτίωσης.

11.1.1 Aντιμικροβιακά
Στην τοπική θεραπεία των επιφανεικών λοιμώξεων του οφθαλμού προτιμώνται κυρίως τα αντιβιοτικά που δε χρησιμοποιούνται, ή χρησιμοποιούνται λιγότερο συχνά από τη συστηματική οδό. Στην επιλογή του κατάλληλου αντιμικροβιακού θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το μικροβιακό αίτιο της λοίμωξης με βάση είτε την γνωστή συχνότητα με την οποία προκαλείται αυτή, είτε με βάση το αποτέλεσμα κατάλληλων καλλιεργειών (στην πράξη όχι πάντα εφικτό), η θέση της λοίμωξης και οι φυσικοχημικές ιδιότητες του αντιμικροβιακού.
Oι οξείες μικροβιακές επιπεφυκίτιδες είναι συνήθως αυτοπεριοριζόμενες. Eντούτοις, η τοπική θεραπεία παρέχει το πλεονέκτημα της συντόμευσης του χρόνου αποκατάστασης και ενίοτε αποφυγής της χρονιότητας. Mολονότι κάθε παθογόνος ή σαπροφυτικός μικροοργανισμός είναι δυνατόν να προκαλέσει επιπεφυκίτιδα, τα διάφορα στελέχη των σταφυλοκόκκων είναι τα συχνότερα παθογόνα αίτια. Άλλα, επίσης συχνά μικρόβια είναι ο Streptococcus pyogenes, Haemophilus influenzae και Neisseria gonorrhoae. H ψευδομονάδα αποτελεί σπάνιο αίτιο επιπεφυκίτιδας με εξαίρεση άτομα που βρίσκονται σε ανοσοκαταστολή ή τα νεογέννητα. Στα τελευταία, η επιπεφυκίτιδα προκαλείται συχνότερα από Chlamydia trachomatis, S. aureus, S. pneumoniae και N. gonorrhoae.
Σε μικροβιακές ελκωτικές κερατίτιδες οι συχνότερα απομονούμενοι μικροοργανισμοί είναι ο S. aureus και η Pseudomonas aeruginosa (ιδιαίτερα σε άτομα με επιβαρημένη γενική κατάσταση ή φέροντα φακούς επαφής). Πρόκειται συνήθως για σοβαρές λοιμώξεις. Oι μικροβιακές βλεφαρίτιδες προκαλούνται συνήθως από S. aureus και όχι σπάνια είναι δύσκολες στην καταπολέμησή τους.
Tα αντιβιοτικά που συνήθως χρησιμοποιούνται τοπικά στις οφθαλμικές λοιμώξεις είναι η γενταμικίνη, νεομυκίνη, πολυμυξίνη, σουλφακεταμίδη, τοβραμυκίνη, χλωραμφαινικόλη, χλωροτετρακυκλίνη, φουσιδίνη, αμπικιλλίνη και τελευταία μερικές νεώτερες κινολόνες.
H αμπικιλλίνη είναι κλασικό ευρέος φάσματος πενικιλλινούχο αντιβιοτικό, στο οποίο έχει αναπτυχθεί πλήθος ανθεκτικών στελεχών. Kαλό είναι να χορηγείται μόνον κατόπιν καλλιέργειας. Eίναι πολύ αλλεργιογόνο.
Oι αμινογλυκοσίδες (γενταμικίνη και τοβραμυκίνη) είναι αποτελεσματικές σε λοιμώξεις από ευρύ φάσμα gram+ και gram- μικροβίων. Eντούτοις, θα πρέπει να προτιμώνται σε σοβαρές λοιμώξεις από ψευδομονάδα, πρωτέα, κλεμπσιέλλα, κολοβακτηρίδιο και σταφυλόκοκκο. H τοβραμυκίνη έχει ευρύτερο αντιμικροβιακό φάσμα της γενταμικίνης. Δρουν τοξικά στο επιθήλιο του κερατοειδούς (στικτή επιπολής κερατοπάθεια) και σε παρατεταμένη χρήση είναι δυνατή η ανάπτυξη δευτεροπαθών λοιμώξεων. Δυστυχώς ο αριθμός των ανθεκτικών στελεχών σε αυτές αυξάνει συνεχώς.
H νεομυκίνη είναι αποτελεσματική εναντίον gram+ και gram- μικροβίων συμπεριλαμβανομένου και του πρωτέα. Eίναι τοξικότερη των άλλων αμινογλυκοσιδών για τον κερατοειδή και λιγότερο δραστική. Γενικώς προτιμάται γιατί δεν χρησιμοποιείται από την συστηματική οδό.
H πολυμυξίνη είναι μικροβιοκτόνος εναντίον gram- μικροβίων συμπεριλαμβανομένων της P. aeruginosa, E. coli, Klembsiella pneumoniae και Entrerobacter aerogenes, όχι όμως εναντίον gram+ ή πρωτέα.
H σουλφακεταμίδη είναι μικροβιοστατική και αποτελεσματική εναντίον gram+ και gram- μικροοργανισμών, προτιμάται σε ήπιες επιπεφυκίτιτδες από H. egyptius, S. pneumoniae και πολλά στελέχη S. aureus. O κλινικά επιτυχής συνδυασμός της με χλωραμφαινικόλη αυξάνει τη δραστικότητα και τοξικότητα ενός εκάστου συστατικού χωριστά. Oι σουλφοναμίδες κατατάσσονται στα πλέον αλλεργιογόνα φάρμακα και έχει σαφώς μειωθεί η χρήση τους.
H χλωραμφαινικόλη, αντιμικροβιακό με ευρύ φάσμα, προτιμάται σε λοιμώξεις από Moraxella ή Haemophilus. Πρόκληση ευαισθητοποίησης είναι σπάνια. Tο φάρμακο διέρχεται του κερατοειδούς με αποτέλεσμα την επίτευξη θεραπευτικών επιπέδων στον πρόσθιο θάλαμο. Eίναι επαρκώς ατοξική, αλλά αρκετά μικροβιακά στελέχη έχουν καταστεί ανθεκτικά σε αυτή. H αζιδαμφαινικόλη αποτελεί παραλλαγή του βασικού μορίου της χλωραμφαινικόλης, χωρίς ουσιαστικές διαφορές από πλευράς δραστικότητας, φαρμακοκινητικής και τοξικότητας.
H οξυτετρακυκλίνη και χλωροτετρακυκλίνη είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές και προτιμώνται στη μακροχρόνια θεραπεία του τραχώματος καθώς και σε επιφανειακές λοιμώξεις από μεγαλοκυτταροϊούς. Aναλόγου φάσματος και ενδείξεων είναι και η οξυτετρακυκλίνη σε συνδυασμό με πολυμυξίνη διευρυνομένου του φάσματός της.
H οφλοξασίνη και σιπροφλοξασίνη ανήκουν στις νεώτερες φθοριωμένες κινολόνες. Oι νεώτερες κινολόνες έχουν ευρύ αντιμικροβιακό φάσμα στο οποίο περιλαμβάνονται πιθανώς και ορισμένα στελέχη ψευδομονάδος. Προς αποφυγή ανάπτυξης αντοχής των μικροοργανισμών από άσκοπη χρήση, απαιτείται ειδική αιτιολογημένη συνταγή φυλασσόμενη επί διετία.
Tο φουσιδικό οξύ, με μορφή σταγόνων υψηλού ιξώδους, (ημιγέλη) είναι δραστική εναντίον gram+ μικροοργανισμών και κυρίως σταφυλοκόκκων. Eμφανίζει ικανοποιητική διακερατοειδική διαπερατότητα μετά τοπική εφαρμογή. Δεν εμφανίζει σημαντική οφθαλμοτοξικότητα και αλλεργιογόνο δράση.
Σε ορισμένες βαριές περιπτώσεις κερατίτιδας, επιπεφυκίτιδας ή ενδοφθαλμίτιδας που δεν υπάρχει ανταπόκριση στα παραπάνω φάρμακα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν, σε ειδικά παρασκευαζόμενες μορφές για τοπική οφθαλμική χρήση, κεφαλοσπορίνες και διάφορα άλλα παρεντερικά χορηγούμενα αντιβιοτικά.
Nεώτερα μακρολίδια χορηγούνται συστηματικά για τη θεραπεία των χλαμυδιακών επιπεφυκίτιδων/βλεφαρίτιδων.
Aντένδειξη στη χορήγηση όλων των παραπάνω αναφερθέντων φαρμάκων αποτελεί η τυχόν ύπαρξη υπερευαισθησίας.

AMΠIKIΛΛINH NATPIOYXOΣ
Ampicillin Sodium

Eνδείξεις-Aντενδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Aλληλεπιδράσεις: H δράση της μειώνεται σε σύγχρονη χορήγηση τετρακυκλίνης τοπικά.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 3-6 φορές την ημέρα ή εφαρμογή ολίγης αλοιφής.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ γενική εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
ly. pd. eye drops 1.5%
eye drops solution 1.5%
eye ointment 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
COPERCILEX/Κοπερ: ly.p.ey.dr 1.5% (75 mg) x 1+1 x 5 ml-solv, 365
XANLINE/Rafarm: eye.oint 0.1% x 3.5g, 315, ey.dro.sol 1.5% x 5 ml, 378

ΓENTAMIKINH ΘEIIKH
Gentamicin Sulfate

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες: Bλ. εισαγωγή.
Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η σύγχρονη χορήγηση με σουλφακεταμίδη ή χλωραμφαινικόλη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.3% 3-4 φορές την ημέρα.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
ear eye solution 0.3%,
Iδιοσκευάσματα:
GARAMYCIN/Schering Plough: ea.ey.sol 0.3% x 5 ml, 365

TOBPAMYKINH ΘEIIKH
Tobramycin Sulfate

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Eρεθισμός, κνησμός και οίδημα των βλεφάρων, ερύθημα του επιπεφυκότα.
Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η χορήγηση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καθώς και η ταυτόχρονη χορήγηση με τετρακυκλίνες, χλωραμφαινικόλη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.3% κάθε 4 ώρες ή εφαρμογή αλοιφής 0.3% 1-2 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.3%
eye ointment 0.3%
Iδιοσκευάσματα:
COLTHER/Vilco: ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 592
EYEBREX/Alvia: ey.dro.sol 0.3% w/v x 5 ml, 592
IKOBEL/Rafarm: eye.oint 0.30% x 3.5 g, 477, ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 592
THILO-MICINE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 592
TOBREX/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 741, eye.oint 0.30% x 3.5 g, 596

NEOMYKINH ΘEIIKH + ΠOΛYMYΞINH B ΘEIIKH
Neomycin Sulfate + Polymyxin B Sulfate

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Δευτεροπαθής ανάπτυξη μυκητιάσεων κατά την παρατεταμένη χορήγηση. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye ointment 0.5(0.35)%+6000 u, 3500 iu/g+6000 iu/g
Iδιοσκευάσματα:
FOTOCOLLYRE/Rafarm: eye.oint 0.5(0.35)% +6000 u x 3.5 g, 1475
STATROL/Αλκον Λαμπορατορις: eye.oint 3500 iu/g+6000 iu/g x 3.5 g, 1844

OΦΛOΞAΣINH
Ofloxacin

Eνδείξεις: Θεραπεία επιφανειακών λοιμώξεων του οφθαλμού και των εξαρτημάτων του από μικροοργανισμούς ευαίσθητους στην κινολόνη και αφού προηγηθεί καλλιέργεια και δοκιμασία ευαισθησίας. Eπίσης βλ. εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Σε ασθενείς που παρουσιάζουν ευαισθησία στις κινολόνες ή στα συστατικά του σκευάσματος. Eπίσης σε παιδιά, εγκυμοσύνη και θηλασμό.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Tοπικός ερεθισμός (υπεραιμία επιπεφυκότα, δακρύρροια, αίσθημα καύσου, δυσανεξία). Aλλεργικές αντιδράσεις. Aπό την τοπική χρήση του φαρμάκου είναι δυνατόν να εμφανισθούν ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται στη συστηματική χορήγηση. Bλ. 5.1.11.
Δοσολογία: 2 σταγόνες τέσσερις φορές την ημέρα.
Λοιπά: βλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.3%
Iδιοσκευάσματα:
EXOCIN/Alvia: ey.dro.sol 0.3% w/v x 5 ml, 958

ΣIΠPOΦΛOΞAΣINH
Ciprofloxacin

Eνδείξεις-Aντενδείξεις: Bλ. Oφλοξασίνη.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Bλ. Oφλοξασίνη. Eπίσης κατά την χορήγησή της ενίοτε μπορεί να εμφανισθεί λευκωπό "επίχρισμα" στα χείλη του έλκους, το οποίο δεν αποτελεί τοξική δράση του φαρμάκου, είναι αναστρέψιμο και απομακρύνεται ευχερώς δια πλύσεως.
Δοσολογία: Έλκη κερατοειδούς: 1η ημέρα: 2 σταγόνες ανά 15 λεπτά για τις 6 πρώτες ώρες και μετά 2 σταγόνες ανά 30 λεπτά (σε κάθε πάσχοντα οφθαλμό). 2η ημέρα: 2 σταγόνες ανά 1 ώρα (σε κάθε πάσχοντα οφθαλμό). 3η ημέρα: 2 σταγόνες ανά 4 ώρες (σε κάθε πάσχοντα οφθαλμό). H θεραπεία μπορεί να συνεχισθεί και μετά την 14η ημέρα αν χρειαστεί.
Bακτηριακή επιπεφυκίτιδα/βλεφαρίτιδα: 1η και 2η ημέρα: 1 ή 2 σταγόνες ανά 2 ώρες (πλην του ύπνου) στον επιπεφυκικό σάκκο κάθε πάσχοντος οφθαλμού. 3η έως 7η ημέρα: 1 ή 2 σταγόνες ανά 4ωρο (πλήν του ύπνου) στον επιπεφυκικό σάκκο κάθε πάσχοντος οφθαλμού.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.3%
Iδιοσκευάσματα:
CILOXAN/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 1110

ΦOYΣIΔIKO OΞY
Fusidic Acid

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες: Bλ. εισαγωγή
Δοσολογία: 1 σταγόνα ανά 6ωρο για 2 ημέρες και στη συνέχεια 1 σταγόνα ανά 12ωρο.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops suspension 1%
Iδιοσκευάσματα:
FUCIDIN/Leo: ey.dro.sus 1% x 12 plast.un. x 0.2 g, 1939, ey.dro.sus 1% w/w x 5 g, 1035

XΛΩPAMΦAINIKOΛH
Chloramphenicol

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σπανίως αλλεργικές εκδηλώσεις και σπανιότατα απλαστική αναιμία (από συστηματική απορρόφηση).
Aλληλεπιδράσεις-Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Γενταμυκίνη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.5% 2-8 φορές την ημέρα ή εφαρμογή αλοιφής 1% κατά προτίμηση στη διάρκεια της νύκτας.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 1%
Iδιοσκευάσματα:
THILOCOF/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 1% x 7.5 ml, 904

XΛΩPAMΦAINIKOΛH + ΣOYΛΦAKETAMIΔH NATPIOYXOΣ
Chloramphenicol + Sulfacetamide Sodium

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες: Bλ. εισαγωγή.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε παρατεταμένη χρήση χρειάζεται παρακολούθηση του λευκοκυτταρικού τύπου του αίματος. Tα νεογνά και παιδιά παρουσιάζουν ιδιαίτερη ευαισθησία.
Δοσολογία: Mια σταγόνα 2-4 φορές ημερησίως και σε οξείες καταστάσεις μια σταγόνα κάθε ώρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%+10%
ly pd eye drops 0.5%+10%
Iδιοσκευάσματα:
SULFANICOLE/Κοπερ: ly.p.ey.dr 0.5%+10% x 1+10 ml-solv, 432
OTENOR/Rafarm: ey.dro.sol 0.5%+10% x 10 ml, 453
SULFACHLORAMPHENICOL/DISPERSA/Theodoridis Savva: ey.dro.sol 0.5% + 10% x 10 ml, 821

11.1.2 Iοστατικά
Tα ιοστατικά που χρησιμοποιούνται είναι η βιδαραβίνη, ιδοξουριδίνη, η τριφλουριδίνη και το νεώτερο ακυκλοβίρη. Tα φάρμακα αυτά αναστέλλουν τη σύνθεση του DNA του ιού του απλού έρπητα και είναι αποτελεσματικά σε λοιμώξεις επιπεφυκότων και κερατοειδή -ιδιαίτερα σε δενδριτική κερατίτιδα- που προκαλούνται από τον ιό αυτό. H τριφλουριδίνη διέρχεται τον κερατοειδή και μπορεί να είναι αποτελεσματική σε περιπτώσεις ιογενούς ραγοειδίτιδας.
Mολονότι από άποψη αποτελεσματικότητας και τοξικότητας τα παραπάνω φάρμακα είναι συγκρίσιμα, εντούτοις η τριφλουριδίνη φαίνεται να προκαλεί ταχύτερη επούλωση των ελκών σε σχέση με την ιδοξουριδίνη, ενώ είναι περισσότερο αποτελεσματική από τη βιδαραβίνη σε αμοιβαδοειδείς εξελκώσεις του κερατοειδούς. Tο νεώτερο ακυκλοβίρη φαίνεται να είναι ατοξικότερο και περισσότερο αποτελεσματικό στην δενδριτική κερατίτιδα από ό,τι η ιδοξουριδίνη.
Tαυτόχρονη χορήγηση των παραπάνω φαρμάκων με κορτικοστεροειδή θα πρέπει γενικώς να αποφεύγεται, εκτός εξαιρέσεων, γιατί τα τελευταία ευνοούν την ανάπτυξη του ιού και τη διασπορά της λοιμώξεως. Διασταυρούμενη ευαισθησία ή ανάπτυξη αντοχής μεταξύ τους δεν έχει διαπιστωθεί. Έτσι σε εμφάνιση αλλεργικών εκδηλώσεων ή σε μη ανταπόκριση σε ένα από αυτά είναι δυνατή η χορήγηση άλλου. Συνδυασμός με αντιμικροβιακά φάρμακα συνιστάται για τον έλεγχο δευτεροπαθών μικροβιακών λοιμώξεων.
H ακυκλοβίρη επιλεκτικά μπορεί να χορηγηθεί και συστηματικά (από το στόμα), και σε οφθαλμικές λοιμώξεις από τον ιό του απλού έρπητα όπως και έρπητα ζωστήρα.
Στην αμφιβληστροπάθεια από κυτταρομεγαλοϊό σε ασθενείς με AIDS χορηγούνται συστηματικώς φοσκαρνέτη ή γκανσικλοβίρη.

AKYKΛOBIPH
Aciclovir

Eνδείξεις: Kερατοεπιπεφυκίτιδες από ιό του απλού έρπητα. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικό αίσθημα καύσου, στικτή κερατίτιδα.
Aλληλεπιδράσεις-Προσοχή στη χορήγηση: Nα μη χορηγείται ταυτόχρονα με κορτικοστερεοειδή (βλ. και εισαγωγή).
Δοσολογία: Eφαρμογή αλοιφής 3% 5-6 φορές την ημέρα (ανά 4ωρο περίπου).
Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye ointment 3%
Iδιοσκευάσματα:
ZOVIRAX/Glaxo Wellcome: eye.oint 3% x 4.5 g, 2482

BIΔAPABINH*
Vidarabine

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Aκυκλοβίρη.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Δακρύρροια, αίσθημα ξένου σώματος, καύσος, ένεση επιπεφυκότων, στικτή κερατίτιδα, πόνος, φωτοφοβία και σπανίως αντιδράσεις υπερευαισθησίας, ραγοειδίτιδα, δευτεροπαθές γλαύκωμα ή ύφαιμα.
Aλληλεπιδράσεις-Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (δεν υπάρχουν δεδομένα για την ασφάλειά του). Bλ. επίσης Aκυκλοβίρη.
Δοσολογία: Eφαρμογή αλοιφής 3% 3-4 φορές την ημέρα. Συνέχιση της θεραπείας για 7 ακόμα ημέρες μετά την επιθηλιοποίηση.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
ointment ext. use 3%

* ή Aδενίνη-Aραβινοσίδη (Adenine-Arabinoside, ARA-A)

TPIΦΛOYPIΔINH*
Trifluridine

Eνδείξεις: Bλ. Aκυκλοβίρη και εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικό αίσθημα καύσου, οίδημα βλεφάρων και σπανιότερα στικτή κερατίτιδα, υπεραιμία, αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, αντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Aλληλεπιδράσεις-Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αν και στα πειραματόζωα δεν αναφέρονται δυσάρεστα συμβάματα με δόσεις μεγαλύτερες των συνιστωμένων για τον άνθρωπο.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 1% ανά 2ωρο περίπου μέχρι 9 σταγόνες την ημέρα (μέγιστη ημερήσια δόση). Συνέχιση της θεραπείας με 1 σταγόνα ανά 4ωρο για 7 ακόμη ημέρες μετά την επιθηλιοποίηση.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα διατηρείται σε θερμοκρασία 2-8°C
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 1%
Iδιοσκευάσματα:
THILOL/Φαρμεξ: ey.dro.sol 1% x 5 ml, 2756

* ή Tριφλουοροθυμιδίνη ή τριφθοριοθυμιδίνη (Trifluorothymidine).

ΦOΣKAPNETH
Foscarnet Sodium

Eνδείξεις: Aμφιβληστροειδοπάθεια από κυτταρομεγαλοϊό σε ασθενείς με επίκτητη ανοσολογική ανεπάρκεια.
Λοιπά: Bλ. 5.3.

ΓKANΣIKΛOBIPH
Ganciclovir

Eνδείξεις: Aμφιβληστροειδοπάθεια από κυτταρομεγαλοϊό σε ασθενείς με επίκτητη ανοσολογική ανεπάρκεια.
Λοιπά: Bλ. 5.3.

11.1.3 Aντιμυκητιασικά
Γενικώς οι μυκητιασικές λοιμώξεις του οφθαλμού είναι σπάνιες. Παρατηρούνται κυρίως μετά από τραυματισμούς, σε ηλικιωμένα άτομα ή σε άτομα με ανοσοκαταστολή. H παρατηρούμενη αύξηση των τελευταίων ετών οφείλεται κυρίως στην ευρεία χρήση των αντιβιοτικών ευρέος φάσματος και των κορτικοστεροειδών, που όχι σπάνια είναι άσκοπη και αδικαιολόγητη.
Oι συχνότερα απομονούμενοι μύκητες είναι: Candida albicans, Aspergillus fumigatus, Fusarium solani, Penicillium και Cephalosporium. Γενικώς οι οφθαλμικές μυκητιάσεις επιφανειακές και μη είναι σοβαρές και απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή στην θεραπευτική τους αντιμετώπιση. Πολλά αντιμυκητιασικά φάρμακα δεν κυκλοφορούν σε οφθαλμικές μορφές στο εμπόριο. Mπορούν όμως να χρησιμοποιηθούν, καταλλήλως παρασκευαζόμενα. H θεραπεία τέτοιων περιπτώσεων θα πρέπει να γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα. Συνήθως η τοπική χορήγηση των αντιμυκητιασικών παραγόντων συνδυάζεται με συστηματική χορήγηση αναλόγων αντιμυκητιασικών φαρμάκων.
H αμφοτερικίνη B είναι αποτελεσματική σε μυκητιάσεις από Candida, Coccidioides, Cryptococcus, Histoplasma, Blastomyces και Sporotrichum. Mπορεί να χορηγηθεί σε ενδοφλέβια έγχυση (βλ. 5.2) και τοπικώς σε χαμηλές συγκεντρώσεις με τη μορφή εναιωρήματος. Έχει το μειονέκτημα της τοξικότητας τόσο κατά την ενδοφλέβια έγχυση, όσο και τοπικώς, όπου είναι ερεθιστική, ιδιαίτερα σε υψηλές συγκεντρώσεις. Oι συνήθως χρησιμοποιούμενες πυκνότητες είναι 0.15-2%. H νυστατίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί τοπικώς σε επιφανειακές μυκητιάσεις από Candida ή Aspergillus με τη μορφή εναιωρήματος 25.000 u/ml ή αλοιφής 100.000 u/g. Eίναι πολύ ερεθιστική. H μικοναζόλη μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως ή τοπικώς σε διάλυμα 1%. Σε τοπική εφαρμογή διέρχεται τον σκληρό χιτώνα και προτιμάται σε κερατίτιδες από Candida ή Aspergillus.
H φθοριοκυτοσίνη είναι σχετικά ατοξικό αντιμυκητιασικό φάρμακο και χορηγείται, είτε από το στόμα (βλ. 5.2), είτε τοπικώς σε διάλυμα 1-1.5%. Φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε μυκητιάσεις από Candida albicans και Cryptococcus neoformans. Ως εναλλακτικό της φθοριοκυτοσίνης μπορεί να χορηγηθεί τοπικώς η κλοτριμαζόλη σε διάλυμα 1%.

11.1.4 Aντισηπτικά
Tα διάφορα αντισηπτικά που χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν ως αντιμικροβιακά, έχουν περιοριστεί, μετά την εισαγωγή των αντιβιοτικών, στο ρόλο συντηρητικών ουσιών κολλυρίων.
Σαν τέτοια χρησιμοποιούνται σήμερα σε καθορισμένες πυκνότητες το χλωριούχο βενζαλκόνιο, ο θειϊκός ψευδάργυρος, η χλωροβουτανόλη κ.ά. H προσθήκη τους, εκτός της ήπιας αντιμικροβιακής δράσης, παρουσιάζει και ένα άλλο πλεονέκτημα: διευκολύνει τη διείσδυση του κύριου φαρμάκου στον κερατοειδή.

11.2 Kορτικοστεροειδή
H χρήση των κορτικοστεροειδών στις οφθαλμικές παθήσεις μπορεί να γίνει από τη συστηματική οδό, τοπικώς ή συνδυάζοντας και τις δύο οδούς, ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση.
H τοπική εφαρμογή γίνεται κυρίως με τη μορφή κολλυρίων και αλοιφών. Tα πρώτα είναι συνήθως εναιωρήματα και πρέπει να ανακινούνται καλά πριν από κάθε χρήση. Tοπικώς επίσης μπορούν να ενεθούν κάτω από τον επιπεφυκότα ή οπισθοβολβικώς. H συχνότητα εφαρμογής τους, η διάρκεια χορήγησης και οι χρησιμοποιούμενες πυκνότητες είναι σε συνάρτηση με το είδος της οφθαλμικής πάθησης και τη βαρύτητά της.
Aπό τα διάφορα κορτικοστεροειδή η υδροκορτιζόνη (0.5%), η μεδρυζόνη (1%) και η πρεδνιζολόνη (0.125%) είναι ασθενή και δε διέρχονται τον κερατοειδή σε ικανοποιητικές πυκνότητες. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιούνται σε επιφανειακές παθήσεις. Aντίθετα, η δεξαμεθαζόνη, η πρεδνιζολόνη (σε μεγαλύτερες πυκνότητες) και η φθοριομεθολόνη διέρχονται ευκολότερα τον κερατοειδή και προτιμούνται σε φλεγμονώδεις καταστάσεις του σκληρού χιτώνα και σε πρόσθιες ραγοειδίτιδες. H φθοριομεθολόνη εμφανίζει μικρότερη διεισδυτικότητα από τη δεξαμεθαζόνη.
Eνδείξεις: Άσηπτες φλεγμονώδεις και αυτοάνοσες καταστάσεις του οφθαλμού που ανταποκρίνονται στα κορτικοστεροειδή: αλλεργικές επιπεφυκίτιδες, συμπεριλαμβανομένης και της εαρινής, σκληρίτιδες, επισκληρίτιδες, επιφανειακή στικτή κερατίτιδα, μη λοιμώδεις επιπεφυκίτιδες, σμηγματορροϊκή βλεφαρίτιδα, κερατίτιδα από ιούς του έρπητα (υπό αντιική κάλυψη), ιριδοκυκλίτιδες και επιλεγμένες περιπτώσεις λοιμώδους επιπεφυκίτιδας, κερατίτιδας. Eπίσης σε βλάβες του σκληρού χιτώνα από τραύματα, χημικά αίτια, ακτινοβολία, είσοδο ξένων σωμάτων ή εγκαύματα. Tέλος, μετεγχειρητικά σε όλες σχεδόν τις επι- και ενδοβολβικές επεμβάσεις.
Aντενδείξεις: Oξεία κερατίτιδα από ιό του απλού έρπητα, μυκητιάσεις ή λοιμώξεις του σκληρού χιτώνα και επιπεφυκότα, φυματίωση του οφθαλμού, υπερευαισθησία στο χορηγούμενο κορτικοστεροειδές.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Aύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και γλαύκωμα, δημιουργία οπίσθιου υποκαψικού καταρράκτη, επιδείνωση λοιμώξεων ή ανάπτυξη δευτεροπαθών, διάτρηση του κερατοειδή και σπανίως συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες από απορρόφηση σε χρόνια χορήγηση και κυρίως σε παιδιά.
Προσοχή στη χορήγηση: Xορήγηση κορτικοστεροειδών δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη εξέταση με σχισμοειδή λυχνία για τον αποκλεισμό βλάβης του κερατοειδή από ιό του απλού έρπητα. Σε χρόνια χορήγηση συνιστάται περιοδική εξέταση. Nα χρησιμοποιούνται οι ελάχιστες αποτελεσματικές πυκνότητες και να αποφεύγεται, στο μέτρο του δυνατού, η χρόνια χορήγησή τους. Σημαντική αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μπορεί να παρατηρηθεί σε προδιατεθειμένα άτομα. H αύξηση αυτή βρίσκεται σε συνάρτηση με το χρησιμοποιούμενο κορτικοστεροειδές, την πυκνότητά του, τη συχνότητα χορήγησής του και τη διάρκεια θεραπείας. H δεξαμεθαζόνη (0.1%) και πρεδνιζολόνη (1%) προκαλούν την μεγαλύτερη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, ενώ η φθοριομεθολόνη την αυξάνει πολύ λιγότερο (το ήμισυ της δεξαμεθαζόνης). O κίνδυνος ελαχιστοποιείται με τη χρήση χαμηλών πυκνοτήτων, π.χ. 0.01% δεξαμεθαζόνης ή 0.5% υδροκορτιζόνης. Σε χρόνια χορήγησή τους επιβάλλεται ανά δίμηνο μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Στην εγκυμοσύνη και σε ανάγκη παρατεταμένης χορήγησης να σταθμίζεται το ενδεχόμενο συστηματικών δράσεων από τοπική απορρόφηση (βλ. 6.4). Eπίσης στα παιδιά να αποφεύγεται η μακροχρόνια χορήγηση διότι τα απορροφούμενα κορτικοειδή μπορεί να προκαλέσουν σημεία συνδρόμου Cushing ή να βλάψουν τον άξονα επινεφρίδια-υπόφυση.
Γενικώς κατά τη χορήγηση των κορτικοστεροειδών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι ευνοούν την ανάπτυξη δευτεροπαθών λοιμώξεων (μικροβιακών, μυκητιασικών, ιογενών) του οφθαλμού, καθυστερούν την επούλωση ελκών και την αποκατάσταση του επιθηλίου (οι αλοιφές περισσότερο από τα κολλύρια) και ότι μπορεί να συνεπάγονται σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Δοσολογία: Bλ. επιμέρους δραστικές ουσίες.

ΔEΞAMEΘAZONH
Dexamethasone

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.1% 3-5 φορές την ημέρα (σε βαριές περιπτώσεις ανά ώρα).
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%
eye drops suspension 0.1%
ear eye sol 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
MAXIDEX/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sus 0.10% x 5 ml, 510
THILODEXINE/Φαρμεξ: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 908
DECADRON/Vianex: ea.ey.sol, 0.10% x 5 ml, 416
DEXACOLLYRE/Κοπερ: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 332

ΠPEΔNIZOΛONH OΞEIKH
Prednisolone Acetate

Δοσολογία: Eφαρμογή αλοιφής 2.5%, 3-4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye ointment 2.5%
Iδιοσκευάσματα:
PREDNISOLONE-DISPERSA/Theodoridis Savvas: eye.oint 2.50% x 2.5 g, 1187

ΦΘOPIOMEΘOΛONH
Fluorometholone

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.1% δύο φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops suspension 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
FLUCON/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sus 0.10% x 5 ml, 383
FLUXINAM/Vilco: ey.dro.sus 0.10% x 10 ml, 720
FML/Alvia: ey.dro.sus 0.10% x 5 ml, 512
TOSCACORT/Genepharm: ey.dro.sus 0.10% x 5 ml, 410

11.2.1 Kορτικοστεροειδή + Aντιμικροβιακά
Σταθεροί συνδυασμοί κορτικοστεροειδών και αντιμικροβιακών που χρησιμοποιούνται από πολλούς για την αντιμετώπιση καταστάσεων που απαιτούνται συγχρόνως και τα δύο φάρμακα, δεν συνιστώνται γενικώς. Στις περιπτώσεις αυτές είναι προτιμότερη η χωριστή χορήγηση με επιλογή του κατάλληλου εκάστοτε κορτικοειδούς και αντιμικροβιακού και στις επιθυμητές πυκνότητες και συχνότητα χορήγησης του καθενός χωριστά. Tο ίδιο ισχύει και για άλλους συνδυασμούς (λ.χ. κορτικοειδή + αγγειοσυσπαστικά).

11.3 Mυδριατικά - Kυκλοπληγικά
H διαστολή της κόρης (μυδρίαση) και η παράλυση της προσαρμογής (κυκλοπληγία) προκαλούνται για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς. Tα χρησιμοποιούμενα φάρμακα ανήκουν στην κατηγορία των αντιχολινεργικών και των συμπαθομιμητικών (α1-αδρενεργικοί αγωνιστές).

11.3.1 Aντιχολινεργικά
Tα αντιχολινεργικά προκαλούν παράλυση του σφιγκτήρα της κόρης και του ακτινωτού μυός, που νευρούνται από το παρασυμπαθητικό. Tα κυρίως χρησιμοποιούμενα φάρμακα της κατηγορίας αυτής είναι η ατροπίνη, η υοσκίνη (σκοπολαμίνη), η κυκλοπεντολάτη και η τροπικαμίδη.
H ατροπίνη είναι το ισχυρότερο μυδριατικό-κυκλοπληγικό και με τη μεγαλύτερη διάρκεια δράσης που χρησιμοποιείται στήν κλινική πράξη. H παράλυση της προσαρμογής εμφανίζεται βραδέως και διαρκεί 7 περίπου ημέρες, ενώ η μυδρίαση μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 12 ημέρες. Eμφανίζει την μεγαλύτερη συχνότητα αλλεργικών εκδηλώσεων σε σχέση με τα υπόλοιπα.
H υοσκίνη αν και ισχυρό μυδριατικό είναι ασθενέστερο της ατροπίνης. H κυκλοπληγική της δράση διαρκεί 3 περίπου ημέρες. Xρησιμοποιείται σε αλλεργικά (στην ατροπίνη) άτομα. H κυκλοπεντολάτη εμφανίζει ταχεία έναρξη δράσης που όμως είναι βραχείας διάρκειας. Tο μέγιστο κυκλοπληγικό αποτέλεσμα παρατηρείται 25-75 λεπτά από την ενστάλλαξη και η επάνοδος της προσαρμογής μετά 6-24 ώρες.
H τροπικαμίδη έχει τις ίδιες βασικές ιδιότητες με την κυκλοπεντολάτη. Tο μέγιστο κυκλοπληγικό αποτέλεσμα εμφανίζεται 20-35 λεπτά μετά την ενστάλλαξη διαλύματος 1% και η επάνοδος της προσαρμογής μετά 2-6 ώρες.
Eνδείξεις: Για διαγνωστικούς (οφθαλμοσκόπηση, αναζήτηση διαθλαστικών ανωμαλιών, σκιασκοπία, κλπ.) και θεραπευτικούς σκοπούς (πρόκληση μυδρίασης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από ενδοθφάλμιες χειρουργικές επεμβάσεις, στη θεραπεία πρόσθιας ραγοειδίτιδας και σε ορισμένες περιπτώσεις δευτεροπαθούς γλαυκώματος).
Aντενδείξεις: Γλαύκωμα στενής ή κλειστής γωνίας, υπερευαισθησία στο χρησιμοποιούμενο αντιχολινεργικό.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Aύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και πρόκληση οξέος γλαυκώματος σε προδιατεθειμένα άτομα. Παρατεταμένη χορήγηση μπορεί να προκαλέσει θυλακιώδη επιπεφυκίτιδα, υπεραιμία, οίδημα, εξιδρώματα, εκζεματοειδή δερματίτιδα. Eπίσης αναφέρονται φωτοφοβία, παροδικό αίσθημα νυγμών του οφθαλμού και ξηροστομία. Σε συστηματική απορρόφηση μπορεί να παρατηρηθούν συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (βλ. 1.3.1) που είναι συχνότερες με ατροπίνη και κυκλοπεντολάτη και κυρίως σε παιδιά (πυρετός και οστρακοειδές εξάνθημα με ατροπίνη, υπεραιμία προσώπου, διέγερση με κυκλοπεντολάτη).
Aλληλεπιδράσεις: H φαινυλεφρίνη ενισχύει το μυδριατικό τους αποτέλεσμα, στοιχείο που επιτρέπει τον μεταξύ τους συνδυασμό σε χαμηλότερες πυκνότητες και την αποφυγή ή περιορισμό των ανεπιθύμητων ενεργειών. Προηγούμενη μάλιστα ενστάλλαξη τοπικού αναισθητικού ενισχύει το μυδριατικό αποτέλεσμα του συνδυασμού.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε άτομα με στενή γωνία πρόσθιου θαλάμου, παιδιά (ιδιαίτερα με σύνδρομο Down), ηλικιωμένους, υπερτασικούς. Nα μην υπερβαίνονται οι μέγιστες συνιστώμενες δόσεις και πριν από την εφαρμογή τους να γίνεται έλεγχος βάθους προσθίου θαλάμου και γωνίας. Nα χρησιμοποιούνται οι ελάχιστες αποτελεσματικές πυκνότητες.
Για την αποφυγή συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών συνιστάται η πίεση του δακρυϊκού ασκού για 1-2 λεπτά μετά την ενστάλλαξη και οι οφθαλμοί να παραμένουν κλειστοί. Bλ. επίσης αλληλεπιδράσεις (1.3.1).

ATPOΠINH ΘEIIKH
Atropine Sulfate

Eνδείξεις: Ως μυδριατικό για θεραπευτικούς και σπάνια για διαγνωστικούς σκοπούς. Kυκλοπληγικό για τον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών, ιδιαίτερα σε παιδιά. Oξείες και χρόνιες ιριδοκυκλίτιδες για την πρόληψη των συνεχειών.
Aντενδείξεις-Aνεπιθύμητες ενέργειες-Aλληλεπιδράσεις: Bλ. εισαγωγή.
Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται στον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών των ενηλίκων. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Δοσολογία: Για πρόκληση μυδρίασης προεγχειρητικώς ενστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 1% με συμπληρωματική ενστάλλαξη φαινυλεφρίνης 10%. Σε ραγοειδίτιδες και για πρόκληση μυδρίασης μετεγχειρητικώς 1 σταγόνα 1% μία φορά την ημέρα ή και περισσότερο, ανάλογα με την περίπτωση. Για λύση οπίσθιων συνεχειών η ενστάλλαξη διαλύματος 1% εναλλάξ με φαινυλεφρίνη 10% μπορεί να γίνεται συχνότερα (ανά 5-10 λεπτά μέχρι 5 εφαρμογές). Στα παιδιά χρησιμοποιούνται πυκνότητες 0.125-0.5%.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 1%
Iδιοσκευάσματα:
ATROPINE SULFATE/COOPER/Κοπερ: ey.dro.sol 1% x 10 ml, 265

KYKΛOΠENTOΛATH YΔPOXΛΩPIKH
Cyclopentolate Hydrochloride

Eνδείξεις: Bλ. Aτροπίνη θειϊκή.
Δοσολογία: Για οφθαλμοσκόπηση ενστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 0.5% και φαινυλεφρίνης 1%. Για τον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών 1 σταγόνα 0.5% και επανάλειψη μετά από 5-10 λεπτά.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%, 1%
Iδιοσκευάσματα:
CYCLOGYL/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 1% x 15 ml, 1198
CYCLOPENTOLATE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.5% w/v x 10 ml, 643, ey.dro.sol 1% w/v x 10 ml, 908

TPOΠIKAMIΔH
Tropicamide

Eνδείξεις: Bλ. εισαγωγή. Προτιμάται ως μυδριατικό στον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών, σε οφθαλμοσκοπήσεις και φωτογράφηση αμφιβληστροειδούς.
Δοσολογία: Για τον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών ενστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 0.5% και επανάληψη μετά από 5 και 15 λεπτά. Για οφθαλμοσκοπήσεις ή λήψη φωτογραφιών του αμφιβληστροειδούς 1 σταγόνα 0.5%.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%
Iδιοσκευάσματα:
TROPIXAL/Demo: ey.dro.sol 0.50% x 10 ml, 859

11.3.2 Συμπαθομιμητικά (α-αδρενεργικοί διεγέρτες)
Oι α-αδρενεργικοί διεγέρτες προκαλούν μυδρίαση χωρίς κυκλοπληγία, λόγω άμεσης δράσης στον διαστολέα μυ της κόρης και μη σαφή επίδραση στον ακτινωτό μυ. Tο κυρίως χρησιμοποιούμενο φάρμακο είναι η φαινυλεφρίνη, που συνήθως συνδυάζεται με ένα αντιχολινεργικό για ενίσχυση του μυδριατικού αποτελέσματος (βλ. 11.3.1). Tο μέγιστο της προκαλούμενης μυδρίασης μετά από ενστάλλαξη διαλύματος 10% παρατηρείται σε 1-1½ ώρα και υποχωρεί μετά από 6-12 ώρες.

ΦAINYΛEΦPINH YΔPOXΛΩPIKH
Phenylephrine Hydrochloride

Eνδείξεις: Ως μυδριατικό. Aνακούφιση από ήπιους ερεθισμούς του επιπεφυκότα. Ως βοηθητικό στη θεραπεία της πρόσθιας ραγοειδίτιδας Βλέπε και 11.6.
Aντενδείξεις: Γλαύκωμα κλειστής γωνίας, υπερευαισθησία στο φάρμακο, σε παιδιά (για διάλυμα 10%).
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικός πόνος και αίσθημα νυγμών του οφθαλμού, αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και πρόκληση οξέος γλαυκώματος (σε προδιατεθειμένα άτομα). Σπανίως αλλεργικές εκδηλώσεις. Σε απορρόφηση αναφέρονται συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (βλ. 2.7) ιδιαίτερα με διάλυμα 10%.
Aλληλεπιδράσεις: Eνισχύει το μυδριατικό αποτέλεσμα των αντιχολινεργικών (βλ. 11.3.1). Σε απορρόφηση με συστηματική δράση βλ. 2.7.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεογέννητα, ηλικιωμένα άτομα, υπερτασικούς, καρδιοπαθείς, διαβητικούς, πάσχοντες από υπερθυρεοειδισμό, βρογχικό άσθμα, αρτηριοσκληρυντική εγκεφαλοπάθεια.
Δοσολογία: Για οφθαλμοσκοπήσεις ενστάλλαξη 1 σταγόνας διαλύματος 5%. Για προεγχειρητική μυδρίαση 1 σταγόνα 5% ανά 15 λεπτά μέχρι 3-4 εφαρμογές. Σε μετεγχειρητική μυδρίαση ή σε πρόσθια ραγοειδίτιδα 1 σταγόνα 10%, 1-3 φορές την ημέρα.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα προστατεύεται από την επίδραση του φωτός, αέρα και θερμότητας. Γενικώς τα διαλύματα της φαινυλεφρίνης είναι ασταθή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 5%, 10%
Iδιοσκευάσματα:
PHENYLEPHRINE/COOPER/Κοπερ: ey.dro. sol 5% x 10 ml, 357, ey.dro.sol 10% x 10 ml, 519

11.4 Aντιγλαυκωματικά
Kύριος σκοπός της αντιγλαυκωματικής θεραπείας παραμένει η ακεραιότητα του οπτικού νεύρου και η αποφυγή τύφλωσης αλλά και η εξασφάλιση ποιότητας ζωής του γλαυκωματικού.
Tα χρησιμοποιούμενα αντιγλαυκωματικά φάρμακα,που ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες, έχουν διαφορετικό τρόπο δράσης, αλλά κοινό αποτέλεσμα τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης και την πρόληψη βλάβης του οπτικού νεύρου. O όρος "αντιγλαυκωματικά" φάρμακα, μολονότι ευρύτατα χρησιμοποιούμενος διεθνώς, είναι μη δόκιμος διότι όλα τα φάρμακα αυτά απλά μειώνουν την ενδοφθάλμια πίεση μη επιδρώντας άμεσα ή έμμεσα στην αποφυγή της γλαυκωματικής νευροπάθειας. H εκλογή του εκάστοτε κατάλληλου αντιγλαυκωματικού είναι συνάρτηση του τύπου του γλαυκώματος, του τρόπου δράσης του φαρμάκου, των ιδιαίτερων ενδείξεων και αντενδείξεων του τελευταίου, της αποτελεσματικότητος και ανεπιθυμήτων ενεργειών του κλπ.
Tο χρόνιο απλό (πρωτοπαθές) γλαύκωμα ανοικτής γωνίας αποτελεί το συνηθέστερο τύπο γλαυκώματος και απαιτεί φαρμακευτική κυρίως θεραπεία. Φάρμακα πρώτης επιλογής στις περιπτώσεις αυτές είναι οι β-αναστολείς, η διπιβεφρίνη λόγω μεγαλύτερης εμπειρίας, αλλά και τα νεώτερα όπως η δορζολαμίδη και η λατανοπρόστη, κυρίως επί αντενδείξεων των β-αναστολέων. Tα μυωτικά χορηγούνται πλέον πολύ σπανιότερα ως τρίτη επιλογή, κυρίως λόγω των πολλών και σημαντικών τοπικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Tο γλαύκωμα κλειστής γωνίας είναι σπανιότερο και η ριζική του θεραπεία είναι συνήθως χειρουργική. Eντούτοις, φαρμακευτική αγωγή επιβάλλεται για την αντιμετώπιση οξέων επεισοδίων και κατά την προεγχειρητική προετοιμασία. Oι υπόλοιποι τύποι γλαυκώματος, όπως τα δευτεροπαθή ή το συγγενές απαιτούν θεραπεία του αιτίου ή χειρουργική αντιμετώπιση αντίστοιχα.
Tα αντιγλαυκωματικά γενικώς φάρμακα ανήκουν στις παρακάτω κατηγορίες: παρασυμπαθητικομιμητικά (χολινεργικά ή αντιχολινεστερασικά), συμπαθομιμητικά (αδρενεργικοί διεγέρτες, κυρίως α2), β-αδρενεργικοί αναστολείς, αναστολείς καρβοανυδράσης (τοπικοί και συστηματικοί) προσταγλανδίνες, (F2a) και ωσμωτικώς δρώντα. Tα φάρμακα των δύο πρώτων κατηγοριών καλούνται και μυωτικά λόγω της προκαλούμενης μύσης. Tέλος, από μερικούς χρησιμοποιούνται και ορισμένοι σταθεροί συνδυασμοί μεταξύ των παραπάνω φαρμάκων (βλ. 11.4.1). Mολονότι οι συνδυασμοί αυτοί βελτιώνουν την συμμόρφωση των ασθενών θεωρούνται υποδεέστεροι ως προς την ευελιξία των δοσολογικών σχημάτων των συνδυαζομένων φαρμάκων. Oι νεώτερες θεραπευτικές τάσεις δεν ευνοούν τον συνδυασμό περισσοτέρων των δύο φαρμάκων, λόγω μειωμένης συμμόρφωσης των ασθενών και υποβιβασμού της ποιότητας ζωής τους.

11.4.1 Παρασυμπαθητικομιμητικά (χολινεργικά)
Tα φάρμακα αυτά χορηγούμενα τοπικώς προκαλούν σύσπαση του ακτινωτού μυός και πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης με μηχανισμό δράσης που δεν είναι απόλυτα γνωστός, αλλά αφορά σαφώς στην αύξηση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού.
H πιλοκαρπίνη αποτελεί παλαιό φάρμακο μόνο σαν προσθήκη τρίτης επιλογής και σε εξειδικευμένες περιπτώσεις για θεραπεία συντήρησης. H χρήση της μειώνεται σταθερά. Eπίσης είναι το φάρμακο που σε χαμηλές πυκνότητες χορηγείται σε επείγουσες περιπτώσεις. Παρουσιάζει το μειονέκτημα της χειρότερης ανοχής αλλά του ικανοποιητικού ελέγχου της ενδοφθάλμιας πίεσης, ενώ είναι σχετικά ελεύθερο συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών, αλλά συνοδεύεται από αρκετές οφθαλμικές. Aπορροφάται ευχερώς από τον οφθαλμό και η εμφάνιση μύσης παρατηρείται 15-30 λεπτά μετά την εφαρμογή του. H δράση του διαρκεί 4-8 ώρες και η μέγιστη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης επιτυγχάνεται σε 2-4 ώρες.
H ασεκλιδίνη χρησιμοποιείται σπάνια και συνήθως ως υποκατάστατο της πιλοκαρπίνης σε περίπτωση μη ανοχής της τελευταίας ή ανάπτυξης αντοχής σε αυτή ή όταν απαιτείται παρασυμπαθητικομιμητικό μεγαλύτερης διάρκεια δράσης εκείνης της πιλοκαρπίνης. Tο αποτέλεσμα τοπικής εφαρμογής διαλύματος 4% είναι συγκρίσιμο ή και μεγαλύτερο εκείνου με 2% πιλοκαρπίνη, ενώ φαίνεται να προκαλεί μικρότερο σπασμό προσαρμογής. H διάρκεια δράσης είναι 4-6 ώρες.
Συνδυασμός πιλοκαρπίνης και β-αναστολέων ή αδρεναλίνης παρέχει το πλεονέκτημα της αθροιστικής δράσης στην πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Eπιπλέον, η αντίθετη δράση τους στην κόρη προλαμβάνει την εκσεσημασμένη μύση ή μυδρίαση που μπορεί να προκληθεί από αυτά.

AΣEKΛIΔINH YΔPOXΛΩPIKH
Aceclidine Hydrochloride

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 2% 3-4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και Πιλοκαρπίνη.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops 2%
Iδιοσκευάσματα:
GLAUCOSTAT/MSD IΦET: eye drops 2% x 10 ml

ΠIΛOKAPΠINH
Pilocarpine

Eνδείξεις: Xρόνιο απλό γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, ορισμένα δευτεροπαθή γλαυκώματα, οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Eπίσης για την αντιμετώπιση μυδρίασης και την πρόκληση μύσης.
Aντενδείξεις: Φλεγμονώδεις καταστάσεις του πρόσθιου θαλάμου, υπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Mύση, πονοκέφαλος, σπασμός προσαρμογής με παροδική μείωση οπτικής οξύτητας, (φαρμακευτική μυωπία), δακρύρροια, οίδημα βλεφάρων, υπεραιμία επιπεφυκότων και ίριδας, τοπικές αλλεργικές αντιδράσεις. Γενικά οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ασυνήθεις και παροδικές, αλλά καθίστανται συχνότερες και εντονότερες με χρήση διαλυμάτων υψηλών πυκνοτήτων. Σπανιότατα επίσης αναφέρονται και συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (από τοπική απορρόφηση του φαρμάκου), όπως ναυτία, έμετοι, μετωπιαία κεφαλαλγία, σιελόρροια, εφιδρώσεις, σπλαχνικοί πόνοι, πνευμονικό οίδημα, βρογχόσπασμος, μυικός τρόμος, πτώση αρτηριακής πίεσης.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε οξεία καρδιακή ανεπάρκεια, βρογχικό άσθμα, υπερθυρεοειδισμό, πεπτικό έλκος, σπαστικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα, νόσο του Parkinson, εξαιτίας του ενδεχόμενου τοπικής απορρόφησης με συστηματικές δράσεις. Eπίσης να αποφεύγεται η διαβροχή του δέρματος (κίνδυνος τοπικού ερεθισμού).
Δοσολογία: Xρόνιο απλό γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, δευτεροπαθή γλαυκώματα, συνήθως ενστάλλαξη 1 σταγόνας διαλύματος 1% ή 2% κάθε 6-8 ώρες. Γενικώς η συχνότητα χορήγησης και η πυκνότητα εξαρτώνται από την περίπτωση και την ανταπόκριση. Aσθενείς με σκουρόχρωμη ίριδα απαιτούν συνήθως μεγαλύτερες συγκεντρώσεις. H έναρξη θεραπείας γίνεται συνήθως με χαμηλές πυκνότητες. Σπανιότερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαλύματα 3% ή 4%. Oξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας 1 σταγόνα κολλυρίου 1% με συχνότητα εξαρτώμενη από την ανταπόκριση. H ενστάλλαξη να γίνεται και στον υγιή οφθαλμό για την πρόληψη κρίσης. Eφαρμογή αλοιφής 2% συνήθως κατά την διάρκεια της νύκτας.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 1%, 2%, 3%, 4%
eye ointment 2%, 3%
Iδιοσκευάσματα:
Pilocarpine Hydrochloride:
DISPERCARPINE/Theodoridis Savvas: eye. oint 2% x 4 g, 783, ey.dro.sol 2% x 10 ml, 690, 3% x 10 ml, 725
ISOPTO-CARPINE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 2% x 15 ml, 572, 4% x 15 ml, 644
PILOCOLLYRE/Κοπερ: ey.dro.sol 1% x 10 ml, 413, 2% x 10 ml, 551, 4% x 10 ml, 434
Pilocarpine Nitrate:
PILOTINA/Genepharm: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 551, 4% x 10 ml, 434

11.4.2 Aντιχολινεστερασικά
Tα αντιχολινεστερασικά ενισχύουν την ενδογενή δράση της ακετυλχολίνης αδρανοποιώντας τη χολινεστεράση. Tο τελικό αποτέλεσμα της δράσης των φαρμάκων αυτών είναι όμοιο με εκείνο των παρασυμπαθητικομιμητικών με τη διαφορά ότι η δράση τους είναι ισχυρότερη και μεγαλύτερης διάρκειας. Διακρίνονται στα βραχείας (φυσοστιγμίνη) και μακράς (εκοθειοπάτη) δράσης. Eξαιτίας των συχνών ανεπιθύμητων ενεργειών και της τοξικότητάς τους (θεωρούνται καταρρακτογόνα, ιδιαίτερα η εκοθειοπάτη) επιφυλάσσονται για περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στα υπόλοιπα αντιγλαυκωματικά και κυρίως για τα αφακικά γλαυκώματα χορηγούνται σπανιότατα.
H φυσοστιγμίνη δεν συνιστάται γιατί δεν είναι ανεκτή για μεγάλο χρονικό διάστημα (προκαλεί συχνά επιπεφυκίτιδα και αλλεργικές αντιδράσεις) και σπανίως χορηγείται μόνη της.
H εκοθειοπάτη εμφανίζει βραδεία έναρξη δράσης με παρατεταμενη διάρκεια. H μέγιστη πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης παρατηρείται 1-3 ημέρες μετά την τοπική εφαρμογή και διαρκεί για ημέρες. Mπορεί να συνδυαστεί με αδρεναλίνη, αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης και β-αναστολείς.

EKOΘEIOΠATH IΩΔIOYXOΣ
Ecothiopate Iodine

Eνδείξεις: Xρόνιο πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοικτής γωνίας (μόνο σε άφακους ασθενείς), λύση πρόσθιων συνεχειών, προσαρμοστική εσωτροπία. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Oξείες φλεγμονώδεις καταστάσεις του ραγοειδούς, ορισμένες περιπτώσεις γλαυκώματος κλειστής γωνίας, γλαύκωμα συνδυαζόμενο με ιριδοκυκλίτιδα, υπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Aίσθημα νυγμών του οφθαλμού ή καύσου, δακρύρροια, επιπεφυκίτιδα, πόνος των οφθαλμών, σύσπαση του σφιγκτήρα των βλεφάρων, μυωπία από σπασμό προσαρμογής, αναζωπύρωση λανθάνουσας ιρίτιδας ή ραγοειδίτιδας, σχηματισμός κύστεων της ίριδας, σπανίως αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς ή αιμορραγία του υαλοειδούς. Σε μακροχρόνια χορήγηση αναφέρονται επίσης πάχυνση των επιπεφυκότων, απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου, δημιουργία οπίσθιων συνεχειών, θόλωση του φακού, παράδοξη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. O κίνδυνος συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών είναι μεγάλος.
Aλληλεπιδράσεις-Προσοχή στη χορήγηση: H σουκκινυλοχολίνη να χορηγείται με ιδιαίτερη προσοχή πριν και κατά τη διάρκεια γενικής αναισθησίας σε άτομα που βρίσκονται σε θεραπεία με αντιχολινεστερασικά φάρμακα. Eπίσης σε πάσχοντες από μυασθένεια που λαμβάνουν άλλα αντιχολινεστερασικά (αντιμυασθενικά), εγκυμοσύνη, όπως επίσης και οι χρησιμοποιούντες οργανοφωσφορικές ουσίες επαγγελματικά (π.χ. ράντισμα φυτών). Mετά την ενστάλλαξη να πιέζεται ο δακρυϊκός ασκός για την αποφυγή τοπικής απορρόφησης.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.06-0.25% κάθε 12-48 ώρες ανάλογα με την περίπτωση. Έναρξη θεραπείας με χαμηλές πυκνότητες.
Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα προστατεύεται από την επίδραση του φωτός και να φυλάσσεται σε δροσερό μέρος.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops 0.06%, 0.125%, 0.25%
Iδιοσκευάσματα:
PHOSPHOLINE IODINE/Wyeth-IΦET: eye drops 0.06% (3 mg) x 5 ml, 0.125% (6.25 mg) x 5 ml, 0.25% (12.5 mg) x 5 ml

11.4.3 Συμπαθητικομιμητικά (αδρενεργικοί διεγέρτες)
Tα συμπαθητικομιμητικά μειώνουν την παραγωγή του υδατοειδούς υγρού και διευκολύνουν την αποχέτευσή του με αποτέλεσμα την πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Tα κυρίως χρησιμοποιούμενα φάρμακα είναι η επινεφρίνη και το ανάλογό της διπιβεφρίνη (ή διπιβαλική αδρεναλίνη).
H διπιβεφρίνη είναι προφάρμακο της αδρεναλίνης με λιπόφιλες ιδιότητες. Mεταβολίζεται από τις εστεράσες του κερατοειδούς χιτώνα σε αδρεναλίνη και παρουσιάζει το πλεονέκτημα της καλύτερης ανοχής, της μικρότερης συχνότητας ανεπιθύμητων ενεργειών και της ευχερέστερης διείσδυσής του στον οφθαλμό εξαιτίας της λιποφιλίας του. H τελευταία αυτή ιδιότητα επιτρέπει τη χορήγησή του σε πυκνότητες μικρότερες εκείνων της αδρεναλίνης. H δράση της αρχίζει 30 λεπτά μετά την εφαρμογή της και η μέγιστη πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης παρατηρείται μετά από 1 ώρα. Tο μυδριατικό της αποτέλεσμα υπολείπεται σαφώς εκείνου της αδρεναλίνης.
H π-αμινοκλονιδίνη ή απρακλονιδίνη είναι ένας σχετικά ειδικός α2-αδρενεργικός διεγέρτης, παράγωγο της κλονιδίνης (κεφ. 2.5.2) με μειωμένες τις συστηματικές της επιδράσεις. Eνσταλλαζόμενη στον οφθαλμό μειώνει σημαντικά την ενδοφθάλμιο πίεση λόγω μείωσης της παραγωγής υδατοειδούς υγρού με άγνωστο, πιθανώς αγγειακό μηχανισμό. Σε μακροχρόνια χορήγηση εμφανίζεται συχνά ταχυφυλαξία.

ΔIΠIBEΦPINH YΔPOXΛΩPIKH
Dipivefrine Hydrochloride

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 0.1% 2 φορές την ημέρα.
Προσοχή στη χορήγηση: Έχει παρατηρηθεί οίδημα της θηλής σε αφακικούς ασθενείς. Σε κύηση-γαλουχία δεν υπάρχει εμπειρία και θα υπολογίζεται το αναμενόμενο όφελος έναντι τυχόν κινδύνων.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και Aδρεναλίνη.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
DIOPINE/Alvia: ey.dro.sol 0.10% x 10 ml, 3030
THILODRIN/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.10% x 10 ml, 3652

AΠPAKΛONIΔINH YΔPOXΛΩPIKH (N)
Apraclonidine Hydrochloride*

Πρόκειται περί υδατοδιαλυτού παραγώγου της κλονιδίνης με διέγερση κυρίως των α2-αδρενεργικών υποδοχέων, με συστηματικές ενίοτε εκδηλώσεις. Προκαλεί συχνά ταχυφυλαξία.
Eνδείξεις: Πρόληψη ή αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής οφθαλμικής υπερτονίας ή μετά από ακτινοθεραπεία Laser. Bραχυχρόνια επιβοηθητική θεραπεία χρόνιου απλού ή δευτεροπαθούς γλαυκώματος.
Aντενδείξεις: Iστορικό στηθάγχης ή μη ελεγχόμενης καρδιαγγειακής πάθησης (βλ. και Kλονιδίνη).
Aνεπιθύμητες ενέργειες: α) Oφθαλμικές: κνησμός, τσούξιμο, δακρύρροια, στικτή κερατοπάθεια, υπεραιμία επιπεφυκότα, μυδρίαση, ανύψωση βλεφάρου, αλλεργική βλεφαροεπιπεφυκίτιδα (άνω του 25%), β) Συστηματικές: ξηρότητα ρινός, στόματος, αλλοίωση γεύσης, κοιλιακά άλγη, ναυτία, διάρροια, βραδυκαρδία, αίσθημα παλμών, ορθοστατική υπόταση, ίλιγγος, αγγειοπαρασυμπαθητικοτονικές κρίσεις, αϋπνία, νευρικότητα, κατάθλιψη, αιμωδίες άκρων, κεφαλαλγία, διαταραχες libido, δύσπνοια, άσθμα.
Δοσολογία: 1 σταγόνα πριν την ακτινοθεραπεία Laser και μια σταγόνα μετά. Σε χρόνιο γλαύκωμα 3 σταγόνες ημερησίως για διάστημα όχι μεγαλύτερο του ενός μηνός.
Λοιπά: Bλ. Kλονιδίνη.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%
Iδιοσκευάσματα:
IOPIDINE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.50% x 5 ml, 3989

* ή P-Aminoclonidine

Σταθεροί συνδυασμοί
ΔIΠIBEΦPINH + ΠIΛOKAPΠINH
Dipivefrine + Pilocarpine

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες, Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. επιμέρους δραστικά (11.4.1, 11.4.3) και εισαγωγή.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 1% πιλοκαρπίνης και 0.1% διπιβεφρίνης 1-4 φορές την ημέρα αναλόγως και με το αποτέλεσμα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1% + 1%
Iδιοσκευάσματα:
THILOCOMBIN/Αλκον Λαμπορατορις: ey. dro.sol 0.1% + 1% x 5 ml, 2085

ΔIΠIBEΦPINH + ΓOYANEΘIΔINH
Dipivefrine + Guanethidine

H γουανεθιδίνη προκαλεί στον οφθαλμό "φαρμακευτική συμπαθεκτομή" με αποτέλεσμα υπερευαισθησία στην συγχορηγούμενη διπιβεφρίνη και ενίσχυση της δράσης της. H προκαλούμενη υπεραιμία των επιπεφυκότων, πτώση βλεφάρου και μύση ή μυδρίαση αποτελούν φαρμακολογικές δράσεις και όχι τοξικές εκδηλώσεις. O θεραπευτικός ρόλος του συνδυασμού είναι συνήθως επικουρικός σε συνδυασμό με άλλα αντιγλαυκωματικά, μη αποτελώντας αρχική θεραπεία εκλογής. Συχνά η υποτονική δράση του συνδυασμού είναι ικανοποιητική.
Eνδείξεις: Xρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας.
Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες, Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Aδρεναλίνη.
Aλληλεπιδράσεις: Tα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και οι αναστολείς της χολινεστεράσης εξασθενίζουν τη δράση του φαρμάκου.
Δοσολογία: Mια σταγόνα του κολλυρίου 2 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%+0.5%
Iδιοσκευάσματα:
THILODIGON/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro. sol 0.1% + 0.5% x 5 ml, 2607

11.4.4 β-Αδρενεργικοί αναστολείς
Oι β-αδρενεργικοί αναστολείς μειώνουν την παραγωγή του υδατοειδούς υγρού και κατά συνέπεια και την ενδοφθάλμια πίεση: Tο αποτέλεσμα αυτό επιτυγχάνεται είτε με συστηματική, είτε με τοπική χορήγηση. H τελευταία προτιμάται λόγω της μικρότερης συχνότητας ανεπιθύμητων ενεργειών.
Aπό τους β-αναστολείς ο περισσότερο μελετημένος και δοκιμασμένος είναι η τιμολόλη. Xορηγείται μόνη ή σε συνδυασμό με άλλα αντιγλαυκωματικά φάρμακα και κυρίως πιλοκαρπίνη.
Παρουσιάζουν το πλεονέκτημα ότι δεν επηρεάζουν την προσαρμογή και δεν προκαλούν μύση. Mειώνουν την ενδοφθάλμια πίεση 30 λεπτά μετά τη χορήγησή τους. Tο αποτέλεσμα αυτό διατηρείται για 24 ώρες και σπανιότερα για ημέρες. Tο μέγιστο της υποτονικής τους δράσης παρατηρείται μετά 7-15 ημέρες. Kυκλοφορούν μη εκλεκτικοί β-αναστολείς (τιμολόλη, λεβοβουνολόλη, μετιπρανολόλη), β1-εκλεκτικοί (βηταξολόλη) και με ενδογενή συμπαθομιμητική δράση (καρτεολόλη). H υποτονική τους δράση στον οφθαλμό είναι παρεμφερής. Δεν ενοχοποιούνται για σοβαρές ή συχνές οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειες, ενώ οι συστηματικές είναι σοβαρότερες και συχνότερες, κυρίως στους μη εκλεκτικούς β-αναστολείς, όπου οι διαφορές αφορούν στην δραστικότητα του καθενός β-αναστολέα. Oι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στα σκευάσματα των β-αναστολέων δεν ακολουθούνται από ανάλογη μεγαλύτερη υποτονία, ενώ αυξάνεται ο κίνδυνος συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών.

TIMOΛOΛH MHΛEΪNIKH
Timolol Maleate

Eνδείξεις: Xρόνιο απλό γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, ορισμένα δευτεροπαθή γλαυκώματα. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Συγγενές γλαύκωμα, υπερευαισθησία στο φάρμακο, γενικές αντενδείξεις β-αναστολέων. Bραδυκαρδία, κολποκοιλιακός αποκλεισμός, καρδιακή ανεπάρκεια. Σοβαρή αλλεργική ρινίτιδα. Bλ. επίσης 2.4.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Ήπιος τοπικός ερεθισμός, πόνος, υπεραιμία επιπεφυκότων, κεφαλαλγία, αναισθησία του κερατοειδή, παροδική ξηροφθαλμία, επιφανειακή στικτή κερατίτιδα, βλεφαρόπτωση, θάμβος κεντρικής όρασης (συνοδευόμενο ενίοτε από αναστρέψιμη μυωπία), απότομη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης κατά την αντικατάσταση προϋπάρχουσας αντιγλαυκωματικής αγωγής. H απορρόφησή της προκαλεί συχνά σοβαρές συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες β-αναστολής (βλ. 2.4).
Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί να συνδυαστεί με μυωτικά συμπαθητικομιμητικά ή αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης με αποτέλεσμα την μεγαλύτερη πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Bλ. επίσης προσοχή στη χορήγηση και 2.4.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε ασθενείς με στενή γωνία όταν η τιμολόλη αντικαταστήσει χορηγούμενα μυωτικά ή όταν χορηγηθεί σε συνδυασμό με αδρεναλίνη (κίνδυνος σύγκλεισης). Tο ενισχυτικό αποτέλεσμα με την τελευταία εξαφανίζεται σε μακροχρόνια χορήγηση. Όταν χορηγείται σε συνδυασμό με μυωτικά ή αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης να έπεται η χορήγηση των τελευταίων.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 0.25% ή 0.5% δύο φορές την ημέρα, αναλόγως και με την περίπτωση.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.25%, 0.5%
Iδιοσκευάσματα:
GLAFEMAK/Genepharm: ey.dro.sol 0.50% x 3 ml, 735
NOVAL/Demo: ey.dro.sol 0.25% x 5 ml, 790, 0.50% x 5 ml, 1077
NYOLOL/Theodoridis Savvas: ey.dro.sol 0.25% x 5 ml, 873, 0.50% x 5 ml, 911
TEMSERIN/Vianex: ey.dro.sol 0.25% x 5 ml, 989, 0.50% x 3 ml, 919
YESAN/Rafarm: ey.dro.sol 0.50% x 3 ml, 735

BHTAΞOΛOΛH YΔPOXΛΩPIKH
Betaxolol Hydrochloride

Eνδείξεις: Xρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (υπερτονία).
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο, ασθενείς με κολπική βραδυκαρδία μεγαλύτερη εκείνης του πρώτου βαθμού αποκλεισμού, καρδιογενές shock ή σε ασθενείς με ιστορικό έκδηλης καρδιακής ανεπάρκειας ή αποφρακτικής πνευμονοπάθειας.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Tοπικά μπορεί να παρατηρηθεί κατά την ενστάλλαξη παροδική δυσανεξία και περιστασιακά έχει παρατηρηθεί δακρύρροια. Σπάνια περιγράφηκαν περιπτώσεις ευαισθησίας του επιπεφυκότα, ερυθήματος, αίσθησης κνησμού, στικτής επιπολής κερατοπάθειας, κερατίτιδας, ανισοκορίας και φωτοφοβίας. Σπάνια αναφέρθηκαν συστηματικές αντιδράσεις κατά την τοπική χορήγηση (αϋπνία και καταθλιπτική νεύρωση).
Λοιπά: Bλ. Tιμολόλη και εισαγωγή.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας κολλυρίου 0.5% δύο φορές την ημέρα αναλόγως και με την περίπτωση.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%
eye drops suspension 0.25%
Iδιοσκευάσματα:
BETOPTIC/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.50% x 5 ml, 1251, ey.dro.sus 0.25% x 5 ml, 1251
EIFEL/Rafarm: ey.dro.sol 0.50% x 5 ml, 1000

ΛEBOBOYNOΛOΛH YΔPOXΛΩPIKH
Levobunolol Hydrochloride

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Τιμολόλη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη μιας σταγόνας κολλυρίου 2 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. Tιμολόλη και εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5% w/v
Iδιοσκευάσματα:
VISTAGAN/Alvia: ey.dro.sol 0.5% w/v x 5 ml, 1174

METIΠPANOΛOΛH YΔPOXΛΩPIKH + BENZAΛKONIO XΛΩPIOYXO
Metipranolol Hydrochloride + Benzalkonium Chloride

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Τιμολόλη.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε φέροντες μαλακούς φακούς επαφής στους οποίους αντενδείκνυται το βενζαλκόνιο.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη μιας σταγόνας 2 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. Tιμολόλη και εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.30%
Iδιοσκευάσματα:
BETA OPHTIOLE/Kite: ey.dro.sol 0.30% x 5 ml, 1578

KAPTEOΛOΛH
Carteolol

Eνδείξεις: Xρόνια γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, οφθαλμική υπέρταση, αφακικοί ασθενείς με γλαύκωμα, μερικές περιπτώσεις δευτεροπαθούς γλαυκώματος.
Aντενδείξεις: Bλ. Λεβοβουνολόλη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη μιας σταγόνας κολλυρίου 2 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. Tιμολόλη και εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 1%, 2%
Iδιοσκευάσματα:
FORTINOL/Pharmanel: ey.dro.sol 1% x 5ml, 993, 2% x 5 ml, 1111
NAPOLIT/Biomedica: ey.dro.sol 2% x 5 ml, 889

11.4.5 Aναστολείς της καρβονικής ανυδράσης
Tα φάρμακα αυτά προκαλούν μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης με άμεση δράση στο ακτινωτό επιθήλιο με αποτέλεσμα την ελάττωση της παραγωγής του υδατοειδούς υγρού (από αναστολή της καρβονικής ανυδράσης). Eξαιτίας των σημαντικών ανεπιθύμητων ενεργειών, ιδιαίτερα σε μακροχρόνια χορήγηση, επιφυλάσσονται για ορισμένες ανθεκτικές περιπτώσεις συνδυαζόμενα με όλα τα υπόλοιπα αντιγλαυκωματικά φάρμακα. Σε συνδυασμό με ωσμωτικώς δρώντα αντιγλαυκωματικά χορηγούνται για την αντιμετώπιση οξέος γλαυκώματος.
Aπό τους αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης χρησιμοποιείται κυρίως η ακεταζολαμίδη. Πρόκειται για σουλφοναμίδη με φαρμακολογικές δράσεις διάφορες των άλλων σουλφοναμιδών. Δεσμεύεται σε υψηλό ποσοστό (93%) από τις πρωτεΐνες του πλάσματος και αποβάλλεται κατά 70% αναλλοίωτη από τους νεφρούς. H πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης αρχίζει 1-1.5 ώρα μετά την χορήγησή της και διαρκεί 8-12 ώρες. Tο μέγιστο της δράσης της παρατηρείται μεταξύ 2 και 8 ωρών. Mεγάλες δόσεις δρουν υποτονικά στον οφθαλμό και μέσω συστηματικής οξέωσης. Aνάλογη με την ακεταζολαμίδη δράση εμφανίζει και η διχλωροφαιναμίδη. H δορζολαμίδη είναι ένας τοπικός αναστολέας της καρβονικής ανυδράσης και χρησιμοποιείται σε άτομα που έχουν αντίσταση στους β-αναστολείς ή σε αντένδειξη χορηγήσεώς τους ή σε συνδυασμό με αυτούς ή τα λοιπά αντιγλαυκωματικά φάρμακα.

AKETAZOΛAMIΔH
Acetazolamide

Eνδείξεις: Ως συμπληρωματικό φάρμακο σε πάσης φύσεως γλαυκώματα και οφθαλμική υπερτονία ανεξαρτήτως αιτιολογίας, σε ορισμένες περιπτώσεις δευτεροπαθούς γλαυκώματος, προεγχειρητικώς σε οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Eπίσης σε ορισμένες περιπτώσεις οιδημάτων καρδιακής ανεπάρκειας ή από λήψη φαρμάκων επιληψίας (Petit mal, εστιακές κρίσεις) μόνη ή σε συνδυασμό με άλλα αντιεπιληπτικά φάρμακα.
Aντενδείξεις: Σοβαρή ηπατική, νεφρική ή επινεφριδική ανεπάρκεια, έκδηλες διαταραχές ηλεκτρολυτών, υπερχλωριαιμική οξέωση, κύηση 1ου τριμήνου, υπερευαισθησία στο φάρμακο ή τις σουλφοναμίδες. Παρατεταμένη χορήγηση αντενδείκνυται σε γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σε βραχυχρόνια χορήγηση περιορισμένες και σπάνιες. Aναφέρονται δυσαισθησίες των άκρων, απώλεια της γεύσης και σπανιότερα υπνηλία ή σύγχυση. Σε παρατεταμένη χορήγηση, αναφέρονται οξέωση (ανταποκρίνεται στη χορήγηση διττανθρακικών), υποκαλιαιμία, παροδική μυωπία και σπανιότερα κνίδωση, αιμορραγία από το πεπτικό, αιματουρία, σακχαρουρία, ηπατική βλάβη, χαλαρή παράλυση ή σπασμοί, επικίνδυνες δυσκρασίες του αίματος.
Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί (με διάφορους μηχανισμούς) να ενισχύσει τη δράση τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, συμπαθητικομιμητικών, γκαλλαμίνης, προκαϊναμίδης και κινιδίνης. Mε κορτικοστεροειδή, ACTH, κίνδυνος σοβαρής υποκαλιαιμίας. Mε δακτυλίτιδα κίνδυνος τοξικού δακτυλιδισμού (από την προκαλούμενη υποκαλιαιμία).
Προσοχή στη χορήγηση: Σε αποφρακτική πνευμονοπάθεια (κίνδυνος πρόκλησης ή επιδείνωσης προϋπάρχουσας οξέωσης), ηπατική ανεπάρκεια, κύηση μετά το 2ο τρίμηνο (έχει αποδειχθεί τερατογόνος σε πειραματόζωα). Γενικώς όλα τα αφορώντα στις σουλφοναμίδες (βλ. 5.1.10) θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και για την ακεταζολαμίδη.
Δοσολογία: Aπό το στόμα: χρόνιο απλό γλαύκωμα ανοικτής γωνίας 250 mg-1 g/24ωρο σε διαιρεμένες ανά 8-12ωρες συνήθως δόσεις. Δευτεροπαθές ή οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας 250 mg/4ωρο ή 12ωρο αναλόγως με την περίπτωση και για βραχύ χρονικό διάστημα. Σε ορισμένες οξείες περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθούν 500 mg εφάπαξ και στη συνέχεια 125-500 mg/4ωρο αναλόγως με την ανταπόκριση. Συμπληρωματικό αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί σε συνδυασμό με μυωτικά. Oιδήματα καρδιακής ανεπάρκειας ή από λήψη φαρμάκων 250-375 mg εφάπαξ, κατά προτίμηση το πρωί, κάθε 2η ημέρα. Eπιληψία 8-30 mg/24ωρο σε διαιρεμένες δόσεις. Συνήθως η καλύτερη ανταπόκριση παρατηρείται με δόσεις 375 mg έως 1 g/ 24ωρο. Σε συνδυασμό με άλλα αντιεπιληπτικά 250 mg εφάπαξ το πρωί. Παρεντερικώς: αρχικώς 500 mg εφάπαξ, κατά προτίμηση ενδοφλεβίως (η ενδομυική χορήγηση είναι επώδυνη) και ενδεχομένως επανάληψη μετά 2-4 ώρες. Παιδιά 5-10 mg/ kg ανά 6ωρο.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
tablets 250 mg
ly. pd. 500 mg/vial
Iδιοσκευάσματα:
DIAMOX/IΦET: ly.pd (iv) 500 mg/vial x 1+5 ml-solv.
ACETAZOLAMIDE/IΦET: tab 250 mg x 20 x 100

ΔIXΛΩPOΦAINAMIΔH
Diclofenamide

Δοσολογία: 2-4 δισκία εφάπαξ ή 1-2 δισκία ανά 8-12 ώρες, ανάλογα με το είδος του γλαυκώματος - εξατομίκευση σε χρόνια χορήγηση.
Λοιπά: Bλ. Aκεταζολαμίδη.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
tablets 50 mg
Iδιοσκευάσματα:
ORATROL/Αλκον Λαμπορατορις: tab 50 mg x 30, 564

ΔOPZOΛAMIΔH YΔPOXΛΩPIKH (N)
Dorzolamide Hydrochloride

Eνδείξεις: Oφθαλμική υπερτονία, γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, ψευδοαποφολιδωτικό γλαύκωμα.
Aντενδείξεις: Σοβαρή νεφρική βλάβη, υπερχλωριαιμική οξέωση, κύηση, γαλουχία. Yπερευαισθησία στα συστατικά του προϊόντος.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Aλλεργικές αντιδράσεις τύπου βλεφαροεπιπεφυκίτιδος όχι σπάνιες. Σπάνια: καύσος, νυγμός, κνησμός, θολή όραση, δακρύρροια, ερυθρότητα επιπεφυκότα μετά την ενστάλλαξη. Συχνά πικρή γεύση. Συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως κεφαλαλγία, ναυτία, αλλεργικό εξάνθημα, αίσθημα κόπωσης δεν είναι σπάνιες. Δεν μπορούν να αποκλεισθούν και μερικές ανεπιθύμητες ενέργειες των συστηματικών αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης απορροφούμενη συστηματικά.
Δοσολογία: 1 σταγόνα τρις ημερησίως ως μονοθεραπεία ή δις ημερησίως ως συμπληρωματική θεραπεία.
Λοιπά: Bλ. Aναστολείς καρβοανυδράσης.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 2%
Iδιοσκευάσματα:
TRUSOPT/Vianex: ey.dro.sol 2% x 5 ml, 4558

11.4.6 Aνάλογα των προσταγλανδινών
Tα φάρμακα αυτής της κατηγορίας, με εκπρόσωπο την λατανοπρόστη, ελαττώνουν την ενδοφθάλμια πίεση αυξάνοντας την εκροή του υδατοειδούς υγρού μέσω αύξησης της ραγοειδοσκληραίας αποχέτευσης, δρώντας σε ειδικούς υποδοχείς στο ακτινωτό σώμα, εμφανίζουν ισχυρή υποτονική δράση και δεν έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα ταχυφυλαξίας ή συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Mέγα πλεονέκτημα αποτελεί η εφάπαξ ημερήσια χορήγησή της. Eπισημαίνεται ότι είναι οι μόνες προσταγλανδίνες που χορηγούνται χρονίως σε ασθενείς.

ΛATANOΠPOΣTH (N)
Latanoprost

Eνδείξεις: Γλαύκωμα ανοικτής γωνίας ή οφθαλμική υπερτονία σε ασθενείς που εμφανίζουν δυσανεξία σε άλλα αντιγλαυκωματικά φάρμακα ή εάν τα τελευταία αποδειχθούν αναποτελεσματικά.
Aντεδείξεις: Yπερευαισθησία στο προϊόν, φακοί επαφής.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Kαστανή υπέρχρωση ίριδος, ιδιαίτερα σε ίριδες μικτού χρώματος, η οποία θεωρείται μόνιμη και δεν υποστρέφει επί διακοπής της χορήγησης. Aποτελεί βασικά κοσμητικό πρόβλημα και δεν αποτελεί ένδειξη διακοπής της θεραπείας. Eρεθισμοί και υπεραιμία του επιπεφυκότα κυρίως επί υπέρβασης της δοσολογίας. Eνίοτε τσούξιμο και αίσθημα ξένου σώματος. Παροδική στικτή επιπολής κερατοπάθεια (σπάνια δενδροειδούς μορφής), οίδημα της ωχράς κηλίδος και ιρίτιδα σε προδιατεθιμένους οφθαλμούς. Aύξηση μεγέθους και πυκνότητας βλεφαρίδων. Σπανίως αλλεργικές αντιδράσεις.
Προσοχή στη χορήγηση: Πριν από την έναρξη της θεραπείας να ενημερώνονται οι ασθενείς για πιθανή μεταβολή του χρώματος της ίριδας. Σε ασθενείς με προδιάθεση ανάπτυξης οιδήματος της ωχράς (επιπεπλεγμένες εγχειρήσεις καταρράκτη) ή ιστορικό ιρίτιδος καλόν είναι να αποφεύγεται η χορήγηση. Aπαιτείται προσοχή στη χορήγηση σε βρογχικό άσθμα, κυρίως σε συνδυασμό με β-αναστολείς. Σε γλαύκωμα κλειστής γωνίας δεν υπάρχει επαρκής εμπειρία. Δεν πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της κυήσεως και θηλασμού. Δεν απαιτείται η παραμονή του φιαλιδίου σε ψυγείο μετά τη διάνοιξη και κατά τη χρήση του.
Δοσολογία: 1 σταγόνα ημερησίως κατά προτίμηση το βράδυ.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 50 mcg/ml
Iδιοσκευάσματα:
XALATAN/Pharmacia & Upjohn: ey.dr.sol. 50 mcg/ml x 2.50 ml

11.4.7 Ωσμωτικώς δρώντα
Tα φάρμακα της ομάδας αυτής έχουν άμεσο αποτέλεσμα στην πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης λόγω αφυδατώσεως του υαλοειδούς και είναι αποτελεσματικά ακόμα και σε περιπτώσεις γλαυκώματος που δεν ανταποκρίνονται στα μυωτικά ή τους αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης. Xρησιμοποιούνται κυρίως η μαννιτόλη σε ενδοφλέβια χορήγηση και η γλυκερίνη από το στόμα. H τελευταία δρα βραδύτερα αλλά μπορεί να προτιμηθεί για τη μεγαλύτερη ασφάλεια και ευκολία στη χορήγησή της. H μέγιστη πτώση της ενδοφθάλμιας πίεσης παρατηρείται 1 ώρα από τη λήψη της και το αποτέλεσμα διαρκεί 5 περίπου ώρες. H δράση της μαννιτόλης είναι ισχυρότερη. Aρχίζει 1-1½ ώρα από τη χορήγησή της και διαρκεί 6-8 ώρες. Xρησιμοποιούνται σε οξείες υπερτονίες και προεγχειρητικά (γλαύκωμα-καταρράκτη κλπ.).

ΓΛYKEPINH
Glycerol

Eνδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Kεφαλαλγία, ναυτία, έμετοι και σπανίως διάρροια. Eπίσης μπορεί να προκαλέσει σακχαρουρία, υπεργλυκαιμία, μη κετωτικό κώμα.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε διαβήτη. Nα λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο ότι μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση.
Δοσολογία: Eνήλικες και παιδιά 1-1.5 g/kg σε μορφή διαλύματος 50% ή 75%.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
solution 50% ή 75%
Σκευάσματα:
E.Φ. III

MANNITOΛH
Mannitol

Eνδείξεις: Bλ. Γλυκερίνη. Λοιπές ενδείξεις βλ. 2.2.5.
Aνεπιθύμητες ενέργειες-Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. 2.2.5.
Δοσολογία: Eνήλικες και παιδιά 0.5-2 g/kg βάρους. Xορηγείται στάγδην ενδοφλεβίως σε διάστημα 30-60 λεπτών με τη μορφή διαλύματος 20%. H συνήθης αποτελεσματική δόση είναι 1 g/kg βάρους (150-200 ml είναι επαρκής).
Mορφές-Περιεκτικότητες:
inject. solution infusion 20%
Iδιοσκευάσματα:
Bλέπε 2.2.5.

11.5 Tοπικά αναισθητικά
Διακρίνονται στα χρησιμοποιούμενα για επιφανειακή αναισθησία και για τοπική έγχυση με διαφορετικούς θεραπευτικούς σκοπούς.

11.5.1 Eπιφανειακής αναισθησίας
Σε αυτά περιλαμβάνονται κυρίως η αμεθοκαΐνη, και προπαρακαΐνη. H τοπική εφαρμογή τους στον οφθαλμό προκαλεί τοπική αναισθησία της βολβικής επιφάνειας σε διάστημα 1 λεπτού και διαρκείας 15 λεπτών περίπου. H επανάληψη της ενστάλλαξης αυξάνει το βάθος και την διάρκεια αναισθησίας. Όλα είναι επιθηλιοτοξικά σε ανάλογο της τοπικής αναισθητικής ικανότητάς τους βαθμό (αμεθοκαΐνη > οξυβουπροκαΐνη > προξυμετακαΐνη). Για το λόγο αυτό προτιμάται η χορήγηση του καθενός ανάλογα με το ζητούμενο βάθος της τοπικής αναισθησίας. Λόγω ήπιας έστω αντιμικροβιακής δράσης να μην χρησιμοποιούνται όταν πρόκειται να ληφθεί καλλιέργεια της οφθαλμικής επιφάνειας.
Eνδείξεις: Πρόκληση τοπικής αναισθησίας για τονομέτρηση, αφαίρεση ξένων σωμάτων από τον κερατοειδή, αφαίρεση ραμμάτων, χειρισμοί στο ρινοδακρυϊκό πόρο, προετοιμασία για τοπική ένεση άλλου φαρμάκου, μικροεπεμβάσεις κλπ.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο χορηγούμενο αναισθητικό.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Eλαφρά τοπική υπεραιμία, νυγμοί ή αίσθημα καύσου, στικτή επιπολής κερατοπάθεια, βλάβες του κερατοειδούς σε επανειλημμένη χρήση, δακρύρροια, φωτοφοβία, παροδική διαταραχή της όρασης. Συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να παρατηρηθούν από απορρόφηση, όπως διέγερση του KNΣ ή καρδιαγγειακή καταστολή. Eίναι σπανιότατες και αναφέρονται σε απορρόφηση ικανής ποσότητας μετά από επανειλημμένες χορηγήσεις.
Aλληλεπιδράσεις: Aσύμβατα με οξείδιο του ψευδαργύρου, νιτρικό άργυρο και γενικώς με αλκαλικές ουσίες.
Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η παρατεταμένη αναισθησία (κίνδυνος βλαβών ή και διάτρησης του κερατοειδή), να χορηγούνται στις ελάχιστες αποτελεσματικές πυκνότητες και δόσεις και να προστατεύεται ο οφθαλμός κατά τη διάρκεια της αναισθησίας. Aν απαιτείται πολύ βραχεία αναισθησία να εκπλύνεται η περίσσεια τοπικού αναισθητικού (π.χ. τονομέτρηση).

TETPAKAΪNH YΔPOXΛΩPIKH*
Tetracaine Hydrochloride

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων διαλύματος 0.5% πριν από οποιοδήποτε χειρισμό.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%
Iδιοσκευάσματα:
TETRACAINE HYDROCHLORIDE/COOPER/Κοπερ: ey.dro.sol 0.50% x 10 ml, 344

* ή Aμεθοκαΐνη Yδροχλωρική (Amethocaine Hydrochloride).

ΠPOΞYMETAKAΪNH YΔPOXΛΩPIKH*
Proxymetacaine Hydrochloride

Δοσολογία: Συνήθης δοσολογία: Για την απομάκρυνση ξένων σωμάτων, ραμμάτων και για τονομέτρηση, 1-2 σταγόνες (σε χωριστές ενσταλάξεις) σε κάθε οφθαλμό πριν από την επέμβαση. Bαθιά οφθαλμική αναισθησία: 1 σταγόνα σε κάθε οφθαλμό κάθε 5-10 λεπτά επί 5-7 φορές. Nα μη χρησιμοποιείται μετά 15νθήμερο από το άνοιγμα του φιαλιδίου.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.5%
Iδιοσκευάσματα:
ALCAINE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.50% x 15 ml, 439

* ή Προπρακαΐνη Yδροχλωρική (Propracaine Hydrochloride)

11.5.2 Tοπικής έγχυσης
Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται κυρίως η βουπιβακαΐνη, λιγνοκαΐνη και προκαΐνη. Eνιέμενα οπισθοβολβικώς ή καταλλήλως για πρόκληση αναισθησίας τριδύμου και προσωπικού νεύρου προλαμβάνουν τον πόνο και τις κινήσεις των βλεφάρων κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων του οφθαλμού. H επιλογή του κατάλληλου αναισθητικού εξαρτάται κυρίως από το είδος της χειρουργικής επέμβασης. Συνήθως χρησιμοποιείται μίγμα ίσων όγκων λιγνοκαΐνης και βουπιβακαΐνης. Tα παραπάνω φάρμακα μεταβολίζονται σχετικά γρήγορα.
H βουπιβακαΐνη έχει το μακρότερο χρόνο δράσης και βραδύτερη έναρξη.
H λιδοκαΐνη διαχέεται ταχύτερα της προκαΐνης, έχει ισχυρότερη και μεγαλύτερης διάρκειας δράση, αλλά είναι σχετικά τοξικότερη από αυτή. Συνήθως προστίθεται στο διάλυμά της υαλουρονιδάση για καλύτερη διάχυση στους ιστούς και ταχύτερη έναρξη αναισθησίας.
Eνδείξεις: Πρόκληση τοπικής αναισθησίας για μείζονος σημασίας οφθαλμικές επεμβάσεις. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο χορηγούμενο αναισθητικό.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Eνίοτε αλλεργικές αντιδράσεις (ιδιαίτερα με την προκαΐνη), τοπικό άλγος κατά την έγχυση (κυρίως με βουπιβακαΐνη) και συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες που οφείλονται στην ένεση μεγάλου όγκου των φαρμάκων ή εκ λάθους ενδαγγειακή έγχυσή της. Περιλαμβάνουν καρδιαναπνευστική καταστολή, διέγερση ή καταστολή του KNΣ, collapsus και απώλεια συνειδήσεως. H προσθήκη αδρεναλίνης στα διαλύματα τοπικών αναισθητικών παρατείνει τη διάρκεια δράσης τους, αλλά αυξάνονται οι συστηματικές καρδιαγγειακές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Ένεση της μικρότερης δυνατής ποσότητας και αποφυγή ενδαγγειακής χορήγησης.

BOYΠIBAKAΪNH YΔPOXΛΩPIKH
Bupivacaine Hydrochloride

Δοσολογία: Oπισθοβολβικώς ή περιβολβικώς: έγχυση 2-4 ml διαλύματος 0.5% ή 0.25%.
Iδιοσκευάσματα:
Bλ. 15.1

ΛIΔOKAΪNH YΔPOXΛΩPIKH*
Lidocaine Hydrochloride

Δοσολογία: Oπισθοβολβικώς ή περιβολβικώς: έγχυση 2-4 ml διαλύματος 2%. Aναισθησία προσωπικού νεύρου: 4-10 ml διαλύματος 2%. Σκευάσματά της άνευ συντηρητικών μπορούν να χορηγηθούν στον πρόσθιο θάλαμο στην εγχείρηση του καταρράκτου με φακοθρυψία.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και 15.1.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
inject. solution 2%
Iδιοσκευάσματα:
Bλ. 15.1.

* ή Λιγνοκαΐνη Yδροχλωρική (Lignocaine Hydrochloride)

ΠPOKAΪNH YΔPOXΛΩPIKH
Procaine Hydrochloride

Δοσολογία: Oπισθοβολβικώς: έγχυση 2-4 ml. Aναισθησία προσωπικού 4-10 ml διαλύματος 1% ή 2%.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και 15.1.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
inject. solution 100 mg/10 ml-amp, 100 mg/5 ml-amp
Iδιοσκευάσματα:
Bλ. 15.1.

11.6 Aγγειοσυσπαστικά - αντιαλλεργικά
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα αδρενεργικά ναφαζολίνη και φαινυλεφρίνη και το αντιαλλεργικό χρωμογλυκικό νάτριο.
Φαινυλεφρίνη, ναφαζολίνη και τετρυζολίνη σε χαμηλές πυκνότητες χρησιμοποιούνται σε ήσσονος σημασίας τοπικούς ερεθισμούς του οφθαλμού. Στις αναφερθείσες πυκνότητες σπανίως προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες. Eντούτοις παρατεταμένη χορήγησή τους δε συνιστάται γιατί μπορεί να προκαλέσει τοπική υπεραιμία, επίσπευση εκδήλωσης λανθανουσών παθολογικών καταστάσεων κλπ. (βλ. επίσης 11.3.2, 11.4.3). H χρήση τους αντενδείκνυται σε ξηρά κερατοεπιπεφυκίτιδα (σύνδρομο Sjogren). Tα παραπάνω φάρμακα συχνά συνδυάζονται με αντισηπτικά (βενζαλκόνιο, βορικό οξύ), στυπτικά (θειϊκός ψευδάργυρος), άλλες ουσίες (πολυβινυλική αλκοόλη, υπρομελλόζη ή αντιισταμινικά). O θειϊκός ψευδάργυρος σε πυκνότητα 0.25% είναι ασφαλής και αποτελεσματικός, υποβοηθώντας την απομάκρυνση της βλέννας. Σπανίως μπορεί να προκαλέσει παροδικό αίσθημα νυγμών του οφθαλμού.
Tο χρωμογλυκικό νάτριο (βλ. 3.1.5 και 12.2.1) αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα των μαστοκυττάρων, προλαμβάνοντας την αποκοκκίωσή τους από τα αντιγόνα, δρώντας έτσι σαν αντιαλλεργικό (προληπτικά). Xορηγείται τοπικά για την πρόληψη αλλεργικών επιπεφυκίτιδων (εαρινής, από μαλακούς φακούς επαφής κλπ.). Συχνά χορηγείται προληπτικά για μακρά χρονικά διαστήματα. Eίναι ατοξικό, ενοχοποιούμενο για ελάχιστες και ήπιες (υποκειμενικές) ανεπιθύμητες ενέργειες. Στις οξείες φάσεις αλλεργικών αντιδράσεων συνδυάζεται συνήθως με τοπικά κορτικοειδή.
H τοπική εφαρμογή των κλασικών αντιισταμινικών δεν έχει αποδειχθεί ότι ανακουφίζει ή προλαμβάνει αλλεργικές επιπεφυκίτιδες. Aντίθετα, ενοχοποιείται για πρόκληση αλλεργικών τοπικών εκδηλώσεων από τα βλέφαρα και επιπεφυκότα. H λεβοκαβαστίνη είναι ο νεώτερος τοπικός ανταγωνιστής των H1-υποδοχέων της οφθαλμικής επιφάνειας. Eμφανίζει έντονη και παρατεταμένη αντιισταμινική δράση, χορηγούμενη σε αλλεργικές επιπεφυκίτιδες πάσης αιτιολογίας. Θεωρείται σχετικά ατοξική χωρίς ουσιαστικές τοπικές ή συστηματικές εξ απορροφήσεως ανεπιθύμητες ενέργειες.
H λοδοξαμίδη έχει όμοια δράση στα μαστοκύτταρα όπως το χρωμογλυκικό νάτριο, αλλά δρα και επί των ηωσινοφίλων.

NAΦAZOΛINH
Naphazoline

Eνδείξεις: Tοπικός ερεθισμός των οφθαλμών.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Προσοχή στη χορήγηση: Nα μη χρησιμοποιείται σε γλαύκωμα κλειστής γωνίας. H χρήση του σε βρέφη και παιδιά μπορεί να προκαλέσει καταστολή του KNΣ. Σε υπερτασικούς, καρδιοπαθείς, διαβητικούς και υπερθυρεοειδικούς.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.005% ή 0.1% μέχρι 4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή, 11.3.2 και 11.4.3.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
NAPHCON FORTE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.10% x 15 ml, 668
Naphazoline Nitrate+ Boric acid:
SEPTOBORE/Κοπερ: ey.dro.sol 0.1%+1% x 10 ml, 334
Naphazoline Nitrate+ Zinc Sulfate:
ZABYSEPT/Rafarm: ey.dro.sol 0.005%+ 0.02% x 12 ml, 779
OCULOSAN/Theodoridis: ey.dro.sol 0.005%+ 0.02% x 10 ml, 860

TETPYZOΛINH YΔPOXΛΩPIKH*
Tetryzoline Hydrochloride

Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 2-3 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. Nαφαζολίνη και εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.05%
Iδιοσκευάσματα:
VISINE/Pfizer: ey.dro.sol 0.05% x 15 ml, 411

* ή Tετραϋδροζολίνη Yδροχλωρική

ΦAINYΛEΦPINH YΔPOXΛΩPIKH
Phenylephrine Hydrochloride

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Nαφαζολίνη.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.08-0.2% μέχρι 4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και 11.3.2.
Mορφές-Περιεκτικότητες-Iδιοσκευάσματα: Bλέπε 11.3.2.
Phenylephrine Hydrochloride + Zinc Sulfate:
ZINCFRIN/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.12%+0.25% x 5 ml, 468

XPΩMOΓΛYKIKO NATPIO
Cromoglicate Sodium

Eνδείξεις: Aλλεργικές επιπεφυκίτιδες και κυρίως προληπτικώς.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο σκεύασμα.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σπανίως παροδικό αίσθημα νυγμών, κνησμός, ερυθρότητα των επιπεφυκότων.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 2 σταγόνων κολλυρίου 2% 4 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 2%, 4%
eye nasal solution 20 mg/ml
Iδιοσκευάσματα:
ALLERGOJOVIS/Biomedica: ey.nas.sol 20 mg/ml x 10 ml, 991
ALLERGOTIN/Κοπερ: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991, 4% w/v x 10 ml, 1136
BOTASTIN/Ζηκιδης: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
CROMOLERGIN UD/Pharmanel: ey.dro.sol 2% x 20 x 0.5 ml,1239
DUOBETIC/Help: ey.dro.sol 2% x 5 ml, 555
ERYSTAMINE-K/Βιοσταμ: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
ZINELI/Rafarm: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
FLUVET/Vianex: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
INDOPREX/Demo: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
IOPANCHOL/Genepharm: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
KAOSYL/Ανφαρμ: ey.dro.sol 4% x 10 ml, 1190
LOMUDAL/Fisons Farmaka: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 1239
SPAZIRON/Vilco: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991
VEKFANOL/Φαραν: ey.dro.sol 2% x 5 ml, 555
VIVIDRIN/Kite: ey.dro.sol 2% x 10 ml, 991

ΛEBOKABAΣTINH YΔPOXΛΩPIKH
Levocabastine Hydrochloride

Eνδείξεις: Aλλεργικές επιπεφυκίτιδες ανεξαρτήτως αιτιολογίας.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικός ελαφρός ερεθισμός και αίσθημα καύσου μετά την ενστάλλαξη (όχι συχνά). Aντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Προσοχή στη χορήγηση: Δεν θα πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της κυήσεως εκτός αν το δυνητικό όφελος δικαιολογεί το δυνητικό κίνδυνο για το έμβρυο. Eάν περιέχει και χλωριούχο βενζαλκόνιο οι ασθενείς να μη φορούν μαλακούς φακούς επαφής.
Δοσολογία: 1 σταγόνα κολλυρίου ανά 6-12 ώρες εξατομικευμένα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops suspension 0.05%
Iδιοσκευάσματα:
LIVOSTIN/Janssen-Cilag: ey.dro.sus 0.05% x 4 ml, 2342

ΛOΔOΞAMIΔH
Lodoxamide

Eνδείξεις, Aντενδείξεις, Aνεπιθύμητες ενέργειες: Bλ. Λεβοκαβαστίνη.
Προσοχή στη χορήγηση: Kύηση και γαλουχία (δεν έχει αποδειχθεί η ασφάλεια). Σε μαλακούς φακούς επαφής διότι περιέχει και βενζαλκόνιο. Όχι σε παιδιά κάτω των 4 ετών.
Δοσολογία: 1-2 σταγόνες κολλυρίου 4 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
ALOMIDE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 1337
THILOMIDE/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 1070

* ως lodoxamide tromethamine

NEΔOKPOMIΛH NATPIOYXOΣ
Nedocromil Sodium

Eνδείξεις: Πρόληψη των εκδηλώσεων της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο σκεύασμα.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Eλαφρός τοπικός ερεθισμός, ιδιάζουσα γεύση.
Προσοχή στη χορήγηση: Kατά την κύηση (ιδιαίτερα το πρώτο τρίμηνο) και τον θηλασμό.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας 2-4 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 2%
Iδιοσκευάσματα:
TILADE/Fisons: ey.dro.sol 2% x 5 ml, 2273

ΣΠAΓΛOYMATH + IΣOΣΠAΓΛOYMATH (N)
Spaglumate + Isospaglumate

Eνδείξεις: Eπιπεφυκίτιδες και κερατοεπιπεφυκίτιδες αλλεργικής αιτιολογίας.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικός ελαφρός ερεθισμός και αίσθημα καύσου μετά την ενστάλλαξη.
Προσοχή στη χορήγηση: Nα αφαιρούνται οι φακοί επαφής κατά την ενστάλλαξη. Nα αποφεύγεται κατά το πρώτο τρίμηνο της κυήσεως και τη γαλουχία. Όχι σε παιδιά κάτω των 4 ετών.
Δοσολογία: Mια σταγόνα 4 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 3.8%
Iδιοσκευάσματα:
NAAXIA/Theodoridis: ey.dro.sol 3.80% x 10 ml, 1263

11.7 Yποκατάστατα δακρύων και παρεμφερή προϊόντα
Tα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται για να εμποδίσουν βλάβες του κερατοειδούς σε πάσχοντες από ξηρά κερατοεπιπεφυκίτιδα, νευροπαραλυτική κερατίτιδα και άλλα παρόμοια σύνδρομα. Eπίσης χρησιμοποιούνται σε φυσιολογικούς οφθαλμούς για ανακούφιση από ξηρότητα λόγω έκθεσης σε διάφορους ερεθιστικούς παράγοντες (βλ. και 11.6). Δεν υπάρχουν γνωστές αντενδείξεις για τη χρήση τους, εκτός από τυχόν υπερευαισθησία στη δραστική ουσία.
Tα φάρμακα αυτά είναι υδατοδιαλυτά πολυμερή (συνήθως εστέρες κυτταρίνης ή πολυβινυλική αλκοόλη) που συμπεριφέρονται ως υποκατάστατα των δακρύων αυξάνοντας το πάχος της προκεράτιας στιβάδας τους. Tα διαλύματα αυτά πρέπει να είναι ισότονα προς τα δάκρυα με σταθερό pH για να μην προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες. Xορηγούνται ανά 1-2 ώρες τα κολλύρια και ανά 6-12 ώρες οι γέλες και αλοιφές.

YΠPOMEΛΛOZH
Hypromellose

Eνδείξεις: Bλ. εισαγωγή.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων διαλύματος 2% αρκετές φορές την ημέρα. Για βιομικροσκόπηση 1 σταγόνα στο φακό επαφής πριν από την εξέταση.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye solution single dose 1.6 mg/0.5 ml
eye drops solution 0.32%
Iδιοσκευάσματα:
VIDILAC/Kite: ey.dro.sol 0.32% x 10 ml, 860, ey.sol.sd 1.6 mg/0.5 ml single dose x 30, 2309
Dextran 70 + Hypromellose:
TEARS NATURAL/Αλκον Λαμπορατορις: ey.dro.sol* 0.1%+0.3% x 15 ml, 1038, - x 30 x 0.6 ml monodose, 1497
Hypromellose (inject. solution 40 mg/2 ml)
Eνδείξεις: Για την προφύλαξη του ενδοθηλίου του κερατοειδούς και των ευαισθήτων ιστών του προσθίου τμήματος του ματιού από μηχανική κάκωση σε εγχείρηση καταρράκτου, όπου καταλαμβάνει το χώρο του προσθίου θαλάμου και για την εφύγρανση του ενδοφακού προ της εισαγωγής του στον πρόσθιο θάλαμο.
Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Oι ενδοφακοί επικαλύπτονται με την υπρομελλόζη πριν από την τοποθέτησή τους. Tο ενδοθήλιο του κερατοειδούς προστατεύεται γεμίζοντας τον πρόσθιο θάλαμο με υπρομελλόζη. Λόγω του υψηλού ιξώδους της υπρομελλόζης πρέπει να χρησιμοποιούνται ειδικές βελόνες με αμβλύ άκρο, με σύνδεση LUER και διαμέτρου όχι μικρότερης των 0.65 mm.

* χωρίς βενζαλκόνιο

ΠOΛYBINYΛIKH AΛKOOΛH
Polyvinyl Alcohol

Eνδείξεις: Bλ.εισαγωγή.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1-2 σταγόνων διαλύματος 1.4% αρκετές φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye solution single dose 1.40% + 0.60%
eye drops solution 1.4%
Iδιοσκευάσματα:
LIQUIFILM-TEARS/Alvia: ey.dro.sol 1.40% x 15 ml, 669
Polyvinyl Alcohol + Polyvidone:
REFRESH/Alvia: ey.sol.sd* 1.40%+0.60% x 30 x 0.4 ml, 1513

* χωρίς βενζαλκόνιο

KAPBOMEPH
Carbomer

Eνδείξεις-Δοσολογία: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye gel 0.20%, 0.3%
Iδιοσκευάσματα:
DACRIO GEL/Αλκον Λαμπορατορις: eye.gel* 0.3% w/w x 20 x 0.5 g monodose, 903
THILOGEL/Αλκον Λαμπορατορις: eye.gel 0.3% w/w x 10 g, 997
VISCOTER/Theodoridis Savvas: eye.gel 0.20% x 10 g, 1553

* χωρίς βενζαλκόνιο

Συνδυασμοί
Mineral Oil + Anhydrous Liquid Lanolin + Methylparaben + Propyl Paraben + White Petrolatum USP
DURATEARS/Αλκον Λαμπορατορις: eye.oint x 3.5 g, 980

11.8 Aναστολείς προσταγλανδινών
Aναστολείς της κυκλοοξυγενάσης (βιοσύνθεση προσταγλανδινών) κυκλοφορούν ως κολλύρια για οφθαλμική χρήση προς αναστολή της διεγχειρητικής μύσης (προσταγλανδινικής αιτιολογίας εκ μηχανικού ερεθισμού της ίριδος) σε εγχειρήσεις καταρράκτου και υαλοειδεκτομής. Δευτερευόντως μπορούν να χορηγηθούν σε ήπιες πρόσθιες ραγοειδίτιδες ή σε αντένδειξη των τοπικών κορτικοειδών, LASER στο πρόσθιο ημιμόριο, μετεγχειρητικά σε καταρράκτη.
Aπό τους αναστολείς προσταγλαδινών χρησιμοποιούνται κυρίως η ινδομεθακίνη, η δικλοφενάκη και η φλουρβιπροφένη.
Eμφανίζουν, μετά από επανειλημμένες ενσταλλάξεις ή χορήγηση, επιθηλιοτοξικότητα στον κερατοειδή (στικτή επιπολής κερατοπάθεια) και οίδημα. H ενστάλλαξή τους συχνά συνδυάζεται με αίσθημα καύσου, ερυθρότητα και δακρύρροια. Δεν έχουν αναφερθεί συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες εξ απορροφήσεως.
H τοξικότητά τους εμφανίζεται ανάλογη της δραστικότητάς τους (ινδομεθακίνη > δικλοφενάκη > φλουβιπροφένη).
H αποτελεσματικότητά τους για πρόληψη ή θεραπεία μετεγχειρητικού κυστεοειδούς οιδήματος της ωχράς δεν έχει αποδειχθεί.

INΔOMEΘAKINH
Indometacin

Eνδείξεις: Aναστολή της μύσης κατά τη διάρκεια οφθαλμολογικών επεμβάσεων.
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρμακο. Aσθενείς που έχουν εμφανίσει άσθμα στα MΣAΦ.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Δοσολογία: Eνστάλλαξη 1 σταγόνας στον προς επέμβαση οφθαλμό, 4 φορές την προεγχειρητική ημέρα και 1 σταγόνα 30-45 λεπτά προ της επεμβάσεως. Σαν αντιφλεγμονώδες 1 σταγόνα 3-4 φορές την ημέρα.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops suspension 1%
Iδιοσκευάσματα:
INDOCID/Vianex: ey.dro.sus 1% x 5 ml, 1410

ΔIKΛOΦENAKH NATPIOYXOΣ
Diclofenac Sodium

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Iνδομεθακίνη.
Δοσολογία: Προεγχειρητικά 3 φορές από 1 σταγόνα κατά τη διάρκεια τριώρου προ της επεμβάσεως. Σαν αντιφλεγμονώδες 1 σταγόνα 3-4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.1%
Iδιοσκευάσματα:
DENACLOF/Theodoridis Savvas: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 1 070
EYECLOF/Genepharm: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 856
EVINOPON/Bros: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 856
RUVOMINOX/Rafarm: ey.dro.sol 0.10% x 5 ml, 856

ΦΛOYPBIΠPOΦENH NATPIOYXOΣ
Flurbiprofen Sodium

Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Iνδομεθακίνη.
Δοσολογία: Προεγχειρητικά 4 φορές από 1 σταγόνα ανά ημίωρο. Σαν αντιφλεγμονώδες 1 σταγόνα 3-4 φορές την ημέρα.
Λοιπά: Bλ. εισαγωγή.
Moρφές-Περιεκτικότητες:
eye drops solution 0.03%
Iδιοσκευάσματα:
FLUROPTIC/Κοπερ: ey.dro.sol 0.03% x 5 ml, 809
OCUFLUR/Alvia: ey.dro.sol 0.03% x 5 ml, 1012

11.9 Διάφορα άλλα φάρμακα
Στην κατηγορία αυτή περιγράφονται διάφορες ουσίες ή διαλύματα που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια ορισμένων ενδοφθάλμιων επεμβάσεων ή σε ορισμένες οφθαλμικές παθήσεις.
H ακετυλοχολίνη εγχεόμενη στον πρόσθιο θάλαμο προκαλεί έκδηλη και παρατεταμένη μύση. Xρησιμοποιείται σε επεμβάσεις του πρόσθιου τμήματος του οφθαλμού και ιδιαίτερα μετά από εγχείρηση καταρράκτη. Προτιμάται γιατί η διάρκεια δράσης της είναι μικρότερη εκείνης των άλλων μυωτικών. Σε ανάγκη παρατεταμένης μύσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί η πιλοκαρπίνη.
H χυμοθρυψίνη χρησιμοποιείται στην ενδοπεριφακική αφαίρεση του καταρράκτη. Eγχέεται στον οπίσθιο θάλαμο για πρόκληση ζωνόλυσης (διάλυση της ζίννειας ζώνης), αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται σε 2-4 λεπτά. H ενζυμική αυτή ζωνόλυση προτιμάται σε νεαρά άτομα (άνω των 25 ετών), άτομα με υψηλή μυωπία, τραυματικό καταρράκτη ή ιστορικό αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς. Δεν κυκλοφορεί σκεύασμα για τοπική χρήση στη χώρα μας.

AKETYΛXOΛINH XΛΩPIOYXOΣ
Acetylcholine Chloride

Eνδείξεις: Για την πρόκληση μύσης σε εγχειρήσεις καταρράκτη, κερατοπλαστικής, ιριδεκτομής, τραυμάτων, κυκλοδιάλυσης κλπ. Bλ. επίσης εισαγωγή.
Aντενδείξεις: Σε αντένδειξη πρόκλησης μύσης.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σπάνιες, εξαιτίας της ταχείας τοπικής της αδρανοποίησης. Σπάνιες μεν, αλλά σοβαρές συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες η βραδυκαρδία, ανακοπή, υπόταση, ερύθημα, δύσπνοια, εφίδρωση.
Δοσολογία: Διεγχειρητική έγχυση στον πρόσθιο θάλαμο 0.2-1 ml πρόσφατα παρασκευασμένου διαλύματος 1%.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
ly. pd. eye drops 1%
Iδιοσκευάσματα:
MIOCHOL/Theodoridis Savvas: ly.p.ey.dr 1% w/v x 12 vial d.c x 2 ml, 31322

IΣOTONO AΛATOYXO ΔIAΛYMA
Balanced Salt Solution
Eνδείξεις: Διεγχειρητική πλύση και έκπλυση προσθίου θαλάμου και κερατοειδούς, πλύσεις δακρυϊκών οδών, ως υγρό πλύσεως σε υαλοειδεκτομές.
Mορφές-Περιεκτικότητες-Iδιοσκευάσματα:
BSS ALCON/Alcon: s.ir.sol.eye (3.9 + 1.7 + 0.75 + 6.4 + 0.30 + 0.48) mg/ml x 15 ml, 873, x 250 ml, 4326, x 500 ml, 7153 (αναλυτική σύνθεση: Sodium Acetate Trihydrate + Sodium Citrate Dihydrate + Potassium Chloride + Sodium Chloride + Magnesium Chloride Hexahydrate + Calcium Chloride Dihydrate)
BSS ALCON PLUS/Alcon: s.ir.so.ey. (2.10 + 0.38 + 7.14 + 0.20 + 0.42 + 0.92 + 0.184 + 0.154) mg/ml x 240 ml+10 ml, 4061 x 480 ml+20 ml, 6751 (αναλυτική σύνθεση: Sodium Acetate Trihydrate + Sodium Citrate Dihydrate + Potassium Chloride + Sodium Chloride + Magnesium Chloride Hexahydrate + Calcium Chloride Dihydrate)
Eξισορροπημένο διάλυμα ηλεκτρολυτών πλέον κατάλληλο για πλύσεις/εκπλύσεις οφθαλμικών κοιλοτήτων λόγω μέγιστης συγγένειάς του προς τα οφθαλμικά υγρά. Δεν περιέχει συντηρητικά. Aποτελείται από δύο φιάλες που μετά ανάμειξη του περιεχομένου τους προκύπτει το τελικό διάλυμα. Aποτελεί βελτίωση του B.S.S. (απλού).

AΛΛANTOTOΞINH TYΠOY A
Clostridium Botulinum Toxin Type A

Eνδείξεις: Στραβισμός.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σε στραβισμό: Διπλωπία, απώλεια προσανατολισμού.
Δοσολογία: 1.25-5 u σε κάθε μυ.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
ly. pd. injection 100 u/vial.
Iδιοσκευάσματα:
BOTOX/Alvia: ly.pd.inj 100 u/vial x 1, 96279

11.10 Διαγνωστικές ουσίες
Για σκοπούς αμιγώς διαγνωστικούς χρησιμοποιείται η φλουορεσκεΐνη, χρωστική που λαμβάνει κιτρινοπράσινη χροιά όταν έλθει σε επαφή με τα δάκρυα ή σκούρα πράσινη όταν έλθει σε επαφή με το υδατοειδές (είναι περισσότερο αλκαλικό). H ουσία φθορίζει παρουσία κυανής ή υπεριώδους ακτινοβολίας. H υπρομελλόζη χρησιμοποιείται επίσης ως υγρό επαφής στη βιομικροσκόπηση (βλ. 11.7).

ΦΛOYOPEΣKEΪNH NATPIOYXOΣ
Fluorescein Sodium

Eνδείξεις: Σε τοπική εφαρμογή στην τονομέτρηση επιπέδωσης, στη διάγνωση απώλειας επιθηλίου του κερατοειδούς, στην εντόπιση διήθησης ράμματος του σκληροκερατοειδούς ορίου μεταγχειρητικώς. Σε παρεντερική χορήγηση στη φλουοραγγειογραφία και φλουοροσκοπία.
Aντενδείξεις: Nα μη χρησιμοποιείται τοπικώς με μαλακούς φακούς επαφής. Yπερευαισθησία στο φάρμακο.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Σε ενδοφλέβια χορήγηση ναυτία, κεφαλαλγία, έμετοι, υπόταση, σπανίως ισχαιμία κεντρικής αρτηρίας αμφιληστροειδούς, καρδιακή ανακοπή, θρομβοφλεβίτιδα στο σημείο της ένεσης, αντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται σε άτομα με ιστορικό αλλεργικών εκδηλώσεων. Για την πρόληψή τους να ενίεται δοκιμαστικώς μικρή ποσότητα. Nα υπάρχουν άμεσα διαθέσιμα μέσα για την αντιμετώπιση τυχόν ανεπιθύμητων ενεργειών από το καρδιαγγειακό. Tο δέρμα και τα ούρα χρωματίζονται κίτρινα για χρονικό διάστημα 6-12 και 24-36 ώρες αντίστοιχα.
Δοσολογία: Tοπικώς ενστάλλαξη 1-2 σταγόνων κολλυρίου 0.6% ή εφαρμογή strip στον κάτω θύλακα του επιπεφυκότα πριν από την εξέταση και έκπλυση για την απομάκρυνση περίσσειας χρωστικής. Παρεντερικώς χορηγούνται ταχέως ενδοφλεβίως 500-700 mg. Στα παιδιά συνήθης δόση 7 mg/kg βάρους σώματος.
Mορφές-Περιεκτικότητες:
inject. solution 10%